Monday, December 17, 2018

Τρίχες κατσαρές [ Part Two ]

Μετά απ' όσα κουβεντιάσαμε μονάχος μου, στο προηγούμενο μέρος, γίνηκε φανερό ότι η καταπίεση των γυναικών δεν είναι πρόβλημα ξέχωρο από εκείνη των αντρών ή οποιουδήποτε φύλου, τουλάχιστον ποιοτικά. Η γυναικεία καθημερινότητα φαντάζει σαφώς δυσκολότερη, εν γένει, από την καθημερινότητα του άντρα, αλλά θεωρώ ότι τούτο είναι «απλά» ζήτημα ποσότητας (στο απλά βάλτε και περισσότερα εισαγωγικά, άμα γουστάρετε). Για παράδειγμα, η εργασιακή εκμετάλλευση εφαρμόζεται ανοικτιρμόνως και στους δύο, μα στη γυναίκα σαφώς περισσότερο. Η συζυγική εκμετάλλευση, στις μέρες μας, είναι πιο συγκεχυμένη : εφαρμόζεται, κυρίως, από εκείνον που έχει τα περισσότερα λεφτά. Για να μην πιάσουμε την κουβέντα του ευνουχισμού και χάσουμε τη μπάλα, ποιος εκμεταλλεύεται ποιον και ποιος πρώτος ξεκίνησε. Θα υπάρχουν, βέβαια, ένα σωρό παραδείγματα, άμα πιάσει να κουβεντιάσει κανείς με τις γυναίκες, μα δίχως πρόθεση ν' αδικήσω κι εξετάζοντας από ποιοτική σκοπιά, θεωρώ πως η ίδια κιμαδομηχανή που αλέθει τον έναν, η ίδια αλέθει και τον άλλο. Πάντες, ανεξαιρέτως, μα σε διαφορετικούς βαθμούς ή επίπεδα, γινόμαστε τροφή για τους κόρακες ή για τους κόλακες. Τουλάχιστον, οι πρώτοι κοιτούν να σου βγάλουν το μάτι, αφού ψοφήσεις. Μέσα σ' αυτό το πλαίσιο, ακόμα κι εκείνος ο γυναικείος βιασμός, εκκωφαντικό τεκμήριο βιαιότητας και ανθρώπινης ξεφτίλας, θα ήταν θαρρώ κοντόφθαλμο ν' αποδωθεί, με τη στενή έννοια, στη βία ενός ή περισσότερων ανδρών, απέναντι σε μια γυναίκα, μα περισσότερο στη βία ενός ανθρώπου - ή ορθότερα μιας κοινωνίας - απέναντι σ' ένα άλλο πλάσμα. Η άσκηση απόλυτης εξουσίας από μιαν ύπαρξη στην άλλη, είναι δεν είναι γυναίκα, προκαλεί την ίδια αποστροφή. Είναι προφανές ότι σε μια κοινωνία ανδροκρατούμενη οι ευκαιρίες θα περισσεύουν για τους άντρες. Αλλά τούτο δεν είναι παρά ένα ιστορικό στιγμιότυπο, της εξουσιαστικής ιστορίας . Μια γενικότερη ματιά, φέρνει στο ίδιο επίπεδο οποιασδήποτε μορφής βιασμό, ασχέτως φύλου και ηλικίας, αποστολέα ή παραλήπτη. Ο βιασμός ενός παιδιού απ' τον πατέρα του, μιας έφηβης από τις συγκρατούμενές της, η διαπόμπευση ενός πολιτικού κρατούμενου από τους δεσμοφύλακες, μιας πόρνης από τη γειτονιά, μιας σκλάβας από το χαλίφη κι ενός υπηκόου από την κακομαθημένη βασιλοπούλα, είναι διαφορετικές παραλλαγές της ίδιας ιστορίας : από ποια μεριά του μαστιγίου στέκεσαι. Δεν εννοώ φυσικά πως όλα ετούτα εξισώνονται, καθώς στ' ανθρώπινα, ούτως ή άλλως, μια τέτοια φράση δεν θα 'χε κανένα απολύτως νόημα.

Έτσι - πίσω στα πεζά δικά μας - ο άνδρας που οφείλει να κυκλοφορεί στην παραλία άτριχος ή δασύτριχος, κατά το δοκούν της εποχής, λεπτός ή μυώδης, ευγενικός ή αλήτης, ξουρισμένος κόντρα ή ξουρισμένος μούσι, με πλούσια κόμμη αντί φαλάκρας και γραμμωμένους κοιλιακούς αντί λιπώδους ιστού, πουτσαράς και γαμίκουλας, επιτυχημένος και φραγκάτος, τρυφερός μα κι ανυπόταχτος, ώριμος μα γεμάτος φαντασία, πιστός αλλά και σέξι και βάλε οχτώμιση χιλιάδες εγκυκλοπαιδικά λήμματα, επιπλέον, για σφολιάτα και περιτύλιγμα, ο άντρας ετούτος, λοιπόν, δεν έχει να ζηλέψει το παραμικρό από την κοινωνική καταπίεση της ξυρισμένη γυναικείας γάμπας ή της μασχάλης. Κι όπως έχω γράψει κι αλλού και θα επιμένω - μέχρι να μου φέρει κανείς αντίρρηση - η καταπίεση ετούτη στον άντρα καταλήγει δεινότερη. Καθώς η γυναίκα έχει ενδυθεί απ' τα μικράτα της, σχεδόν σα δεύτερη φύση, ετούτη τη ναρκισσιστική αφήγηση του εαυτού της. Έτσι, της φαίνεται καθόλα φυσιολογικό να τριγυρνά βαμμένη κλόουν. Καμιά φορά βαριέται, βεβαίως, να ξουρίζεται και τότε γυρίζει βίντεα στο YouTube για την κοινωνική ανισότητα και άλλα ευτράπελα. Ο άντρας, όμως, (όπως και τα κορίτσια, που δε μεγάλωσαν ως ροζ πριγκίπισσες, αλλά με αξιοπρέπεια) υποχρεώνεται σε μεγαλύτερη ηλικία σ' αυτή τη μασκαράτα και, μάλιστα, με τρόπο υπουλέστερο. Γιατί η πουτάνα κενωνία δεν βάνει καλούπια μονάχα στις γυναίκες. Για όλους φυλάει ένα ρολάκο. Πολύ αργότερα, σα θίγεται για πρώτη φορά ο «αντρικός» ρόλος, ο άντρας αμάθητος και συναισθηματικά περισσότερο αδύναμος - παρά τα παραμύθια, που κυκλοφορούνε - στην προσπάθειά του να διαχειριστεί την ήττα, παραπατά και χάνει. Το αποτέλεσμα : ετούτη η σύγκρουση εσωτερικεύεται ως άγχος, το οποίο χρόνο με το χρόνο και οπισθοχώρηση στην οπισθοχώρηση, αποστραγγίζει κάθε ίχνος πραγματικής γονιμότητας, καθιστώντας το αγόρια, αρχικά, τους άντρες, έπειτα, στείρα κακέκτυπα του εαυτού τους αν όχι και, ψυχολογικά, ανίκανους.

Ένσταση #02 - Τοτέμ και φετίχ

Αλλά καλά τα είπαμε τα κοινωνικά και τα πολιτιστικά μας κι είχα δεν είχα δίκιο, ας το κρίνει ο Θεός. Μα σε τούτο, που θα πω στη συνέχεια, είμαι τόσο βέβαιος για το δίκιο μου, που δεν έχω κανέναν ανάγκη να με κρίνει. Κατηγορώ, λοιπόν, τ' αξούριστα κοράσια για το έγκλημα της πίτας της χορτάτης και του σκύλου του ολόκληρου. Συνώνυμο : μονά, ζυγά, δικά τους. Μα υπολόγισαν χωρίς τον ξενοδόχο, που εν προκειμένω, δεν είναι άλλος από τον διχασμένο τους εαυτό. Τούτη η στάση τους εύκολα θα γυρίσει μπούμερανγκ, μάλιστα δίχως το παραμικρο ανδρικό θύμα.

Ο λόγος απλός. Οι αφελείς μαινάδες παραγνωρίζουν, ασυγχώρητα, τους μηχανισμούς δημιουργίας των φετίχ και συγχέουν την ερωτική επιλεκτικότητα με σεξισμό. Κανένας άνθρωπος δεν είναι ένοχος, ως προς τη δημιουργία των ερωτικών προτύπων του, καθώς τούτα έχουν διαμορφωθεί ανεπιστρεπτί, πολύ προ της συνειδητοποίησής τους. Ως προς αυτό, το οικογενειακό ή κοινωνικό περιβάλλον - ή οποιαδήποτε άλλη ψυχιατρική παράμετρος μου διαφεύγει - έχουν διαδραματίσει το ρόλο τους τον καθοριστικό, δίχως απαραίτητα να καταλογίζονται συγκεκριμένα ευθύνες. Η πολυπλοκότητα των συνθηκών και των ισορροπιών, μέσα στις οποίες διαμορφώνεται ο ερωτικός χαρακτήρας, όχι της σταστιστικής μάζας, αλλά της εύθραστης μοναδικότητας του ατόμου, είναι ένα πρόβλημα συνήθως ανεπίλυτο. Έτσι παρότι ο στόχος της επανατρίχωσης είναι, κοινωνικά, καθόλα εφικτός κι ευκταίος, πρέπει να παραδεχτούμε αντίρροπα ότι κι η ερωτική αποστροφή που μπορεί να προκαλεί, είναι κι αυτή με τη σειρά της καθόλα φυσιολογική. Φαίνεται πως στέκεται αρκούντως δύσκολη η χρυσή τομή, ανάμεσα στη κοινωνική επιτυχία, από τη μία, και την ερωτική, από την άλλη.

Η πλειοψηφία των ανθρώπων, του σύγχρονου ελληνικού (ή δυτικού) μορφώματος, έχει μεγαλώσει με λιγότερο τριχωτά πρότυπα, από εκείνα που θα βόλευαν τις προλαλήσασες. Οι αιτίες μας είναι αδιάφορες, σε τούτη τη συζήτηση. Ως εκ τούτου, δε θα 'ταν μακρυά από την αλήθεια αν ισχυριζόταν κανείς, πως είναι ευκολότερο να πείσεις μια παραλία να κάνει τα στραβά μάτια στην παραβίαση της γραμμής του μπικίνι ή έναν εργοδότη στο μονόφρυδο, παρά να προκαλέσεις σκληρή κι επαρκή στύση - ή άλλης μορφής ηδονική αντίδραση - με μασχάλες, που θυμίζουν τα μυστικά του βάλτου. Έχεις δικαίωμα στην τρίχα; έχεις! Έχεις, όμως, και δικαίωμα στην καύλα του αλλουνού; κανένα απολύτως! Ούτε και δικαίωμα να τον κρίνεις, γι' αυτό. Η εγκαθίδρυση της γυναικείας τριχοφυίας στην ερωτική ζωή μπορεί να στηρίζει τις ελπίδες της, κυρίως, στην αντιστροφή των φετίχ με φετιχοποίηση των αντιθέτων. Έως τότε, ωστόσο, δε χρειάζεται να βαυκαλιζόμαστε ότι μια γυναίκα μπορεί να είναι ταυτοχρόνως και ποθητή και τριχωτή. Περί ορέξεως, φυσικά, κολοκυθόπιτα. Μα τώρα μιλάμε για μαζικές μεταμορφώσεις κι όχι αν έχει ο κυρ-Πέτρος βίτσιο.

Για να δείτε πως δε μιλώ απ' τον αέρα, μα μιλώ με λόγια σταράτα και τίμια, εγώ προσωπικά όχι μόνο δεν αποστρέφομαι, αλλά βρίσκω ασυγχώρητα καυλωτική την τριχωτή μασχάλη, στη γυναίκα. Ρε γουστάρω, σου λέω, φτιάχνομαι. Οι πρώτες εικόνες της δεκαετίας του '70 (γεννηθείς το '74) δεν συμπορεύονταν με τη χαλάουα και το ξυράφι. Ούτε και τα πορνοπεριοδικά της εποχής και ν' αγιάσει ο παππούλης μου, που τα 'κρυβε στο σανίδι, κάτου απ' το εικονοστάσι - ο αθεόφοβος. Εκεί, μπροστά, όπου έκανε τα βράδυα προσευχή, σαν το Παπαγιαννόπουλο. Πού προσευχόταν τώρα, ακριβώς, ο Θεός κι η ψυχή του. Άλλες εποχές, λοιπόν, κι η μασχαλιαία ή εφηβιαία τρίχα σημάδεψε ανεξίτηλα την τρυφερή καρδιά μου. Η τρίχα στο πόδι, τώρα, τούτο είναι μια άλλη ιστορία και του διαβόλου πράγματα. Για κάποιον άλλο, ωστόσο, που μεγάλωσε αντίστροφα, με το εικονοστάσι παραχωμένο και το πορνό κατάφατσα, μπορεί να γουστάρει και το δασύ το πόδι, εξίσου. Άβυσσος η ψυχή του ανθρώπου. Μα τούτο, το πράγμα δεν έχει με το σεξισμό την παραμικρή σχέση, καθώς δεν καθορίζει, ούτε παγιώνει την αξία της γυναίκας κι ούτε κανενός. Μονάχα την ερωτική επιθυμία. Έχει να κάνει μ' όλα εκείνα τα μικροστοιχεία που προκαλούν στον ένα νιρβάνα και εμετό στον άλλο. Μ' όλες εκείνες τις μικρές, προσωπικές αποχρώσεις της αηδίας : μια τρίχα, μια κρεατοελιά, μια ασυμμετρία, μια πληγή, μια παραμόρφωση. Όλες ετούτες οι πηγές της αποστροφής δεν υποκρύπτουν, απαραίτητα, κοινωνικά φορτία. Μπορεί να κρύβουν ισοπίθανα, προσωπικά βιώματα : μια βρεφονηπιοκόμος που μας χτυπούσε, ζέχνοντας ιδρωτίλα, ένας ξένος με βρωμερή αναπνοή, που γελούσε σκυμμένος πάνω στην κούνια μας, ένας θείος γεμάτος ελιές που μας χλεύαζε δημόσια για πλάκα, όλα ετούτα που πρόχειρα σκαρφίστηκα, μπορεί να 'χουν σημαδέψει τις μνήμες με τρόπο, ανεξίτηλα σκοτεινό κι ανθρώπινο.

Κι έτσι - όπως έλεγα στη φίλη μου, που 'χε φρικάρει το κορίτσι - αν ήμουν εργοδότης θα θεωρούσα οποιαδήποτε γυναίκα ισάξια με οποιονδήποτε άντρα - ή άλλον - που θα 'χε τα ίδια τυπικά προσόντα, και θα την προσλάμβανα αναμφισβήτητα, βασιζόμενος περισσότερο στο μέγεθος των ικανοτήτων της, παρά στο μέγεθος της τριχοφυΐας ή της παχυσαρκίας της. Όχι, φυσικά, γιατί είμαι κανάς τύπος, πολύ cool. Σε καμία περίπτωση! Ούτε πολύ cool είμαι, μα ούτε και υποκριτής. Δε μπορώ να ομολογήσω, πως το κόβω το χέρι μου, πως είμαι αναλλοίωτος από την κοινωνική πλύση εγκεφάλου και πως ουδέποτε θα συναντούσα «παραφωνίες», που πιθανόν να μ' έκαναν να διστάσω. Μπορώ να σκεφτώ πολλά «σιχαμερά», που θα με απωθούσαν, μα δύσκολα μπορώ να φανταστώ κάτι που θα με αποθάρρυνε απ' το να είμαι τίμιος στην κοινωνική συναλλαγή μου. Την αποστροφή μου είναι δυσκολότερο να την ελέγξω, αφού πηγάζει από ασυνείδητα βάθη, μα ωστόσο είμαι υπεύθυνος και υπόλογος, μόνο για τη συμπεριφορά μου. Τ' άλλα είναι προσωπικά στοιχήματα και δεν αφορούν κανέναν.

Από την άλλη, ωστόσο, κανείς μα κανείς δε μπορεί να μ' εμποδίσει απ' το ν' αποστρέφομαι, ερωτικά και όχι αξιακά, οτιδήποτε με αηδιάζει στο κρεβάτι ή στο πιάτο μου, είτε αυτό λέγεται μπάμπιες, είτε λέγεται κώλος με σπυριά. Να μην πιάσουμε τώρα τις αμπελοφιλοσοφίες, πως η αγάπη όλα τα ξεπερνά και όλα τα υπερνικά. Ο κάθε άνθρωπος έχει τα φετίχ του κι εκεί η συζήτηση τελειώνει. Είναι αξιοθαύμαστος εκείνος που δεν έχει φετίχ, ή έχει ελάχιστα ή τα 'χει ξεπεράσει εντελώς, αλλά μέχρι να συμβεί ετούτο, σε ποσοστό κοινωνικά επαρκέστερο, η πραγματικότητα θα δυσχεραίνει τις ζωές μας, αναπόφευκτα. Δυστυχώς, δε μπορούμε ν' αρέσουμε σε όλους κι ούτε όλοι να μας αρέσουν. Αυτό, ειπωμένο ντόμπρα, σημαίνει απλά ότι θα υπάρχουν πάντα κι εκείνοι ή εκείνες που δε θα μας αρέσουν. Κανείς, όμως, δε «δε μας αρέσει», έτσι γενικά κι αόριστα. Πάντοτε υπάρχουν λόγοι,  μα σπάνια θα συναντήσεις άνθρωπο, να μην είναι υποκριτής, σ' ένα βαθμό, ως προς αυτούς. Γιατί ακριβώς εδώ κρύβεται όλη η αντάρα κι η σκοτεινιά ψυχής, που αρνούμαστε. Για να μη φανούμε χυδαίοι και μικροπρεπείς στα μάτια μας. Κι οι λόγοι ετούτοι δεν είναι πάντοτε τόσο προφανείς, όπως η τρίχα κάγκελο. Οι άπειρες ερωτικές χυλόπιτες, που εκτοξεύονται καθημερινά - όπως οι τούρτες στο βουβό κινηματογράφο - είναι κι απείρως τιμιότεροι μάρτυρες του τι συμβαίνει, παρά τα χίλια βίντεο για την ισότητα των φύλων. Γιατί μη χέσω, πως οι περισσότεροι κι οι περισσότερες απορρίπτουν τον άλλο στην αξιακή βάση του χαρακτήρα!! Χοχοχο, τι πλάκα!! Στην πραγματικότητα : ο ένας μας πέφτει κοντός, ο άλλος μας πέφτει χοντρός, ο τρίτος ασχημούλης, άλλος είναι σα γύφτος (ζητώ συγγνώμη, από την κοινότητα των Γύφτων, μα τα γράφω, όπως λέγονται), ο δίπλα καραφλός, ο παραδίπλα έχει μεγάλη μύτη κι ένας ακόμα μας βγήκε μικρο-τσούτσουνος και μεροκαματιάρης. Κι η λίστα πάει λέγοντας, τραβώντας χιλιόμετρα και χιλιόμετρα, καλύπτοντας αποστάσεις διηπειρωτικές. Μα όλα ετούτα δεν είναι πάντα σεξισμός ή κοινωνικός ρατσισμός, φιλτράροντας μονάχα την πλευρά που μας συμφέρει.


Επίλογος

Τώρα να πω την αλήθεια, δεν το 'δα όλο το βίντεο, γιατί βαρέθηκα. Μπορεί, δηλαδή, να είμαι κι εντελώς εκτός του θέματος. Αλλά δε γράφω πανελλήνιες. Το βίντεο ήταν απλά η αφορμή, να γράψω εκείνο που γύρευα να γράψω. Το ρεζουμέ είναι πως κάθε λογικός και άνθρωπος (αυτά τα δύο, δε συμβαδίζουν απαραίτητα) δε μπορεί παρά να στέκεται με αποστροφή, απέναντι στα κοινωνικά στερεότυπα, αναγνωρίζοντας αβίαστα - εντός ορίων, αλλά μην το φιλοσοφήσουμε εδώ - το δικαίωμα στην αξιοπρέπεια και την αυτοδιάθεση ατόμων ή κοινωνικών ομάδων. Όσον αφορά στην ουσία, δε χρειάζεται τίποτα περισσότερο να κουβεντιάσει κανείς.

Η λογική επεξεργασία, ωστόσο, δε λύνει το πρόβλημα από μόνη της. Το στερεότυπο - οποιοδήποτε στερεότυπο, η στερεοτυπική διαδικασία - έχει αλώσει και τους πλέον ελευθεριάζοντες κι ο εχθρός βρίσκεται, ήδη, εγκαταστημένος στα σωθικά μας. Δεν έχω γνωρίσει ούτε πέντε ανθρώπους, που να μην έχουν στερεότυπα για τον ένα ή για τον άλλο λόγο. Επαναστάτες το πρωί, έκαστος στο είδος του, και το βράδυ νοικοκύρηδες. Αλλά πώς όχι; Είναι δυνατόν, για παράδειγμα, να σου πει ο άλλος ότι ψηφίζει Νέα Δημοκρατία και να μη στραβώσεις, μεμιάς, τη μούρη; Του 'χεις έτοιμο προφίλ, από καθέδρας και με συνοπτικές διαδικασίες. Αλλά δεν είναι τούτο στερεότυπο; τι είναι; πολιτική σοφία κι ωριμότητα; Δεν έχουμε στερεότυπα για τους πολιτικούς, τους ταξιτζήδες, τους εγκληματίες, τους γιατρούς, τους ναυτικούς, τις νοικοκυρές, τα πρεζόνια, τους αστυνομικούς, τους γαλονάδες και τις πωλήτριες των εσωρούχων; Ν' αναγνωρίσει κανείς το στερεότυπο, τούτο είναι το ευκολότερο. Το δυσκολότερο, να το θεραπεύσει εξαλείφοντάς το. Χρειάζεται ακάματη προσπάθεια, αδιάλειπτη εγρήγορση κι επίμονη καλλιέργεια. Χρειάζεται δουλειά με τον εαυτό μας και γόνιμη ταπείνωση, απέναντι στο πρόσωπο των θυμάτων μας κι απέναντι στην ωριμότητα, που ζητούμε να κατακτήσουμε.

Μα κι εκείνος που ξεσηκώνεται και διεκδικεί, δεν πρέπει να το κάνει με αφέλεια και άγνοια, ως προς το τίμημα, σα χάπατο ή barbie που ξεστράτισε. Πρέπει να γνωρίζει ότι το βήμα, που ζητά να κάνει μπρος, με τρίχα ή ξουρισμένος, δεν είναι προσωπική διεκδίκηση, μα γυρεύει να παρασύρει στο κατόπι του, ολάκερη την κοινωνία. Γίνεται ο Νιλ Άρμστρονγκ της μασχάλης : μια μικρή τρίχα για 'κείνον, ένας γιγάντιος θύσανος για την ανθρωπότητα. Μα πρέπει να 'χει και του τιμήματος τη γνώση. Δεν είναι δυνατόν να μας ακολουθήσουν όλοι διαμιάς. Θα συγκρουστούμε αναπόφευκτα μ' εκείνους που ενεργητικά μας αντιτίθενται ή, πικρότερα, θα απογοητευτούμε από εκείνους που παθητικά μένουνε πίσω. Κι ούτε να πέφτουμε απ' τα σύννεφα, μας πρέπει : «μα είναι δυνατόν; έμεινα αξύριστη δυο μήνες και δεν ήθελε να μ' ακουμπήσει, το κτήνος». Τέτοια αφέλεια ψήνει μέχρι κάστανα. Ούτε να υπερτιμούμε, μα ούτε να υποτιμούμε τους ψυχολογικούς μηχανισμούς στον άνθρωπο. Υπάρχει ένα λεπτό όριο, όπου το προσωπικό υλοποιείται κοινωνικά και το κοινωνικό προσωποποιείται στο άτομο. Μ' ακόμα κι αν αποδεχτούμε πως δεν υπάρχει στερεότυπο, που να μην είναι βλάστηση κοινωνική, δεν ειν' ούτε θεμιτό, ουτ' εφικτό, τα πάντα να μπολιάζονται πολιτικά. Δεν είναι όλα της ίδιας σημασίας. Παλεύουμε με νύχια και με δόντια, στα ζωτικά σημεία (δε νοείται να σηκώνει κανείς το χέρι, στη γυναίκα που δεν κάθεται), όμως στα ήσσονα απευθύνουμε τίμιο κάλεσμα και πρόκληση, ώστε να 'ρθει ως σύντροφος ο κόσμος και να μας συναντήσει. Να βγει απ' το καβούκι του, με το ρυθμό που την παλεύει κι όχι ταχύτερα. Αλλιώς, δε θα 'ναι κτήμα και ουσία του, το νέο, μα ρούχο φορετό.

Ως τότε, όμως, θα πρέπει να παίρνουμε εαυτούς λίγο στην πλάκα. Όπως σε όμορφη παρέα, τα πειράγματα γυρίζουνε και πάνε, δίχως κανείς να παρεξηγείται, μα όλοι εξίσου ευθυμούν, έτσι πρέπει το να 'μαστε. Μια όμορφη παρέα. Να γελούμε με τα γινάτια και τα χάλια μας, με τις αδυναμίες και τα ελαττώματά μας. Να γελούνε οι γυναίκες με τα τσουτσούνια των αντρών κι οι άντρες να κοροϊδεύουν τα αιδοία. Να εκνευρίζονται οι πρώτες με τ' αντρικά καμώματα κι οι άντρες, με τη σειρά τους, με τα θηλυκά γινάτια. Τι κι αν είναι όλα κλισέ, αυταπάτες και χιλιο-ειπωμένα; Τι κι αν η πολυήμερη αξυρισιά κάνει τις γυναίκες πιο άντρες κι απ' τους άντρες ή, αντιθέτως, το αποτριχωμένο στέρνο φέρνει στον άντρα μια φλουφλάδα; Τι κι αν έτσι νομίζουμε ή αλλιώς, σφάλλοντας από συνήθεια; Και ναι, ουτ' είναι αστείο, ουτ' έχει πλάκα να μένουν γυναίκες άνεργες, βιασμένες ή δολοφονημένες εξαιτίας των όσων κουβεντιάσαμε. Μα ούτε χρειάζεται να κουβαλάμε ετούτα τα δεινά στις συντροφιές μας, φέρνοντας την καταστροφή εκεί που θα 'πρεπε να υπάρχει η χαρά της συναναστροφής. Μέσα απ' τη χαλάρωση του κοινού πειράγματος, σα γίνεται με αγάπη αληθινή προς το πρόσωπο του ανθρώπου, τα ήθη χαλαρώνουν (με την καλή την έννοια) μ' ευφορία εθιστική, μεθυστική και ερεθιστική. Το πείραγμα της τρίχας, να γίνει άγγιγμα, να γίνει χάδι κι έπειτα η πλάκα θα πάψει να 'ναι πλάκα. Τι άλλο θέλει η φύση μας, παρά να καταλαγιάσουν τα εγώ; Τόσο τα εγώ του «πρέπει», όσο και τα εγώ του «θέλω».

No comments:

Post a Comment