Friday, December 28, 2018

ERICH FROMM - Είναι η Αγάπη τέχνη;

Είναι η αγάπη τέχνη; Αν είναι, χρειάζεται γνώση και προσπάθεια. Ή μήπως η αγάπη είναι ένα ευχάριστο συναίσθημα που κατά σύμπτωση το γνωρίζει κανείς, το "συναντά" αν είναι τυχερός; Αυτό το μικρό βιβλίο βασίζεται στην πρώτη αντίληψη, ενώ αναμφισβήτητα η πλειοψηφία των ανθρώπων πιστεύουν στη δεύτερη.

Όχι πως οι άνθρωποι θεωρούν την αγάπη σαν κάτι ασήμαντο. Οι άνθρωποι διψούν γι' αγάπη. Παρακολουθούν αναρίθμητα κινηματογραφικά φιλμς που διηγούνται ευτυχισμένες ή αποτυχημένες ερωτικές ιστορίες. Ακούν εκατοντάδες ανόητα τραγούδια για την αγάπη. Παρόλα αυτά, σχεδόν κανείς τους δε σκέφτεται αν υπάρχει κάτι που πρέπει να μάθει σχετικά με την αγάπη. Αυτή η περίεργη αντίληψη, βασίζεται σε ορισμένες υποθέσεις που, ξεχωριστά ή συνδυασμένες, τείνουν να τη δικαιώσουν. Οι πιο πολλοί άνθρωποι βλέπουν το πρόβλημα της αγάπης προωταρχικά σαν πρόβλημα του πώς ν' αγαπηθούν, και όχι του πώς ν' αγαπήσουν, πώς ν' αναπτύξουν την ικανότητά τους γι' αγάπη. Δηλαδή, εκείνο που τους απασχολεί είναι πώς να τους αγαπήσουν οι άλλοι, πώς να γίνουν αξιαγάπητα πρόσωπα. Για να φτάσουν στο σκοπό αυτό ακολουθούν διάφορους τρόπους. Ένας τρόπος, αυτός που κυρίως ακολουθούν οι άντρες, είναι να πετύχουν, ν' αποκτήσουν όση δύναμη και πλούτο μπορούν, στο βαθμό που τους επιτρέπουν τα κοινωνικά περιθώρια της θέσης τους. Ο δεύτερος τρόπος, αυτός που ιδιαίτερα ακολουθείται από τις γυναίκες, είναι να γίνουν ελκυστικές, με τη φροντίδα για το σώμα και το ντύσιμο. Άλλοι τρόποι για να γίνει κανείς ελκυστικός, είτε άντρας είναι είτε γυναίκα, είναι η καλλιέργεια ωραίων τρόπων συμπεριφοράς, η ευχάριστη κι ενδιαφέρουσα ομιλία, η καλοσύνη, η μετριοφροσύνη, η πραότητα. Πολλές από τις μεθόδους που χρησιμοποιούμε για να γίνουμε αξιαγάπητοι είναι οι ίδιες μ' εκείνες που χρησιμοποιούμε για να πετύχουμε στη ζωή, "για ν' αποκτήσουμε φίλους κα να επηρεάζουμε ανθρώπους". Πραγματικά για τους περισσότερους ανθρώπους του πολιτισμού μας, το να είναι κανείς αξιαγάπητος σημαίνει βασικά να συνδυάζει τη δημοτικότητα με την ερωτική έλξη. 

Μια δεύτερη υπόθεση που κρύβεται πίσω απο τη σκέψη ότι δεν υπάρχει τίποτα που να μπορεί κανείς να μάθει σχετικά με την αγάπη, είναι ότι η αγάπη είναι πρόβλημα αντικειμένου κι όχι πρόβλημα ψυχικής ικανότητας. Οι άνθρωποι νομίζουν ότι η αγάπη είναι κάτι εύκολο και ότι το δύσκολο είναι να βρουν το κατάλληλο άτομο που θέλουν ν' αγαπήσουν ή από το οποίο ν' αγαπηθούν. Οι αιτίες της αντίληψης αυτής έχουν τις ρίζες τους στην εξέλιξη της σύγχρονης κοινωνίας. Μια αιτία είναι η μεγάλη αλλαγή που έφερε ο εικοστός αιώνας όσο αφορά την εκλογή του "ερωτικού αντικειμένου". Στη Βικτωριανή εποχή, όπως και σε πολλούς άλλους παραδοσιακούς πολιτισμούς, ο έρωτας δεν ήταν μια αυθόρμητη προσωπική εμπειρία που μπορούσε να οδηγήσει κατοπινά στο γάμο. Απεναντίας, ο γάμος συνάπτονταν συμβατικά είτε με τη μεσολάβηση ενός προξενητή, είτε με τη συνεννόσηση των ενδιαφερομένων οικογενειών, ή και χωρίς τη βοήθεια των μεσολαβητών. Οι κοινωνικές συμβάσεις ήταν το θεμέλιο αυτής της συμφωνίας. Έπαιρναν σαν δεδομένο ότι η αγάπη θα ερχόταν μετά τη σύναψη του γάμου. Στις τελευταίες γενιές, η αντίληψη της ρομαντικής αγάπης έγινε σχεδόν πάγκοινη στο δυτικό κόσμο. Στην Αμερική, ενώ δεν έλειψαν ακόμα ολοκληρωτικά οι συμβατικότητες, η μεγάλη πλειοψηφία των ανθρώπων γυρεύουν τη "ρομαντική αγάπη", την προσωπική εμπειρία της αγάπης η οποία θα έπρεπε κατόπι να οδηγήσει στο γάμο. Αυτή η νέα αντίληψη της ελευθερίας στην αγάπη μεγάλωσε τη σημασία του αντικειμένου σε βάρος της λειτουργίας.

Στενά συνδεδεμένο με τον παράγοντα αυτό, υπάρχει ένα ακομα χαρακτηριστικό γνώρισμα του σύγχρονου πολιτισμού. Ολόκληρος ο πολιτισμός μας βασίζεται στην επιθυμία ν' αγοράζουμε, στην ιδέα μιας αμοιβαία ωφέλιμης ανταλλαγής. Η ευτυχία του σύγχρονου ανθρώπου βρίσκεται στη συγκίνηση που του δίνει η θέα της βιτρίνας και η απόκτηση όλων των πραγμάτων που έχει τη δυνατότητα ν' αγοράσει τοις μετρητοίς ή με δόσεις. Ο άντρας και η γυναίκα βλέπουν τους άλλους ανθρώπους με παρόμοιο τρόπο. Για τον άντρα, μια ελκυστική νέα - και για τη νέα ένας ελκυστικός άντρας - είναι το βραβείο που προσπαθεί να κατακτήσει. Η λέξη "ελκυστικός / ή" συνήθως σημαίνει ένα ωραίο δέμα από προσόντα που έχουν ζήτηση και εκτίμηση στην αγορά της προσωπικότητας. Αυτό που κάνει ένα άτομο ελκυστικό εξαρτιέται από τη μόδα της εποχής, τόσο στο σωματικό όσο και στο πνευματικό επίπεδο. Στη διάρκεια της δεκαετίας 1920-1930 ελκυστική ήταν η νέα που έπινε και κάπνιζε, με σκληρούς τρόπους, αλλά και σέξι. Σήμερα η μόδα θέλει τα κορίτσια πιο σπιτικά και συνεσταλμένα (σ.τ.μ. το κείμενο έχει γραφτεί, τουλάχιστον 20-30 χρόνια πριν, ωστόσο με μια απλή αναγωγή στην εποχή μας διατηρεί το πνεύμα του αμετάλλαχτο). Στο τέλος του περασμένου αιώνα και στις αρχές του τωρινού, ο άντρας έπρεπε να είναι επιθετικός και φιλόδοξος - σήμερα οφείλει να είναι κοινωνικός και ανεκτικός - αν θέλει να θεωρείται ένα ελκυστικό δέμα. Εν πάση περιπτώσει, το ερωτικό συναίσθημα αναπτύσσεται σ' ένα άτομο συνήθως μόνο σε σχέση μ' εκείνα τα άτομα (ή ανθρώπινα προϊόντα) που βρίσκονται μέσα στα όρια των δυνατοτήτων του για ανταλλαγή. Ψάχνω για την ευκαιρία. Το αντικείμενο θα πρέπει να είναι επιθυμητό από την άποψη της κοινωνικής του αξίας και ταυτόχρονα να με θέλει αξιολογώντας τις φανερές και κρυφές αξίες και δυνατότητές μου. Δυο άτομα λοιπόν ερωτεύονται όταν νιώθουν ότι βρήκαν το καλύτερο διαθέσιμο αντικείμενο στην αγορά, παίρνοντας υπόψη τα όρια της δικής τους ανταλλακτικής αξίας. Συχνά, σ' αυτού του είδους το παζάρεμα, όπως και στο παζάρεμα για την αγορά ενός κτήματος, αξιόλογο ρόλο παίζουν οι κρυμμένες δυνατότητες που μπορούν ν' αξιοποιηθούν. Σ' ένα πολιτισμό όπου επικρατεί το εμπορικό πνεύμα και στον οποίο η υλική επιτυχία θεωρείται σαν η σπουδαιότερη αξία, δεν είναι καθόλου παράξενο που οι ερωτικές σχέσεις των ανθρώπων ακολουθούν το ίδιο υπόδειγμα ανταλλαγής που κυριαρχεί στη αγορά εμπορεύματος και εργασίας.

Η τρίτη πλάνη που οδηγεί στην αντίληψη ότι δεν υπάρχει τίποτα να μάθουμε για την αγάπη, βρίσκεται στη σύγχυση ανάμεσα στην αρχική εμπειρία του ερωτικού συναισθήματος και στη διάρκειά του, η όπως θα λέγαμε διαφορετικά, στο να είσαι μόνιμα ερωτευμένος. Αν δυο άνθρωποι άγνωστοι, ξένοι, όπως ξένοι έιμαστε όλοι ανάμεσά μας, παραμερίσουν το φράγμα που τους χωρίζει και νιώσουν κοντά ο ένας στον άλλο, και νιώσουν ένα, αυτή η στιγμή της συνένωσης είναι μια στιγμή υπέρτατης αγαλλίασης, η δυνατότερη ίσως εμπειρία της ζωής τους. Ακόμα πιο δυνατή και θαυματουργή είναι η εμπειρία αυτή για τους ανθρώπους εκείνους που ήταν κλεισμένοι, απομονωμένοι και ζούσαν χωρίς αγάπη. Αυτό το θαύμα της ξαφνικής εξοικείωσης συχνά διευκολύνεται αν αρχίσει ή συνδυαστεί με τη σεξουαλική έλξη και συνένωση. Ωστόσο, αυτή η μορφή της αγάπης είναι από την ίδια της τη φύση χωρίς διάρκεια. Τα δυο πρόσωπα γνωρίζονται όλο και περισσότερο, η οικείοτητά τους χάνει όλο και πιο πολύ το μυστηριακό της χαρακτήρα, ωσότου ο ανταγωνισμός τους, οι απογοητεύσεις τους και η αμοιβαία τους πλήξη σκοτώνει οτιδήποτε απέμεινε από την αρχική συγκίνηση. Ωστόσο, στην αρχή δεν ξέρουν τίποτε απ' όλ' αυτά. Πράγματι, παίρνουν την ένταση της αμοιβαίας λατρείας τους και της "τρέλας" που νιώθει ο ένας για τον άλλο σαν απόδειξη της μεγάλης τους αγάπης, ενώ αυτό ίσως αποδείχνει μόνο το βαθμό της προηγούμενης μοναξιάς τους και τίποτα παραπάνω.

Αυτή η αντίληψη - ότι τίποτα δεν είναι πιο εύκολο από το ν' αγαπάς - εξακολουθεί να είναι η πιο διαδομένη παρά την αφθονία των αποδείξεων για το αντίθετο. Σχεδόν καμιά προσπάθεια, κανένα έργο δεν αρχίζει με τόσο μεγάλες ελπίδες και προσδοκίες όπως αρχίζει η αγάπη, κι ωστόσο τίποτα δεν αποτυχαίνει τόσο συχνά όσο αυτή. Αν αυτό συνέβαινε με οποιαδήποτε άλλη δραστηριότητα, οι άνθρωποι θα ήταν περισσότερο πρόθυμοι να εξετάσουν τους λόγους της αποτυχίας αυτής και να μάθουν πώς θα μπορούσαν να ενεργήσουν καλύτερα. Ή θα εγκατέλειπαν τη δραστηριότητα αυτή. Και αφού, στην περίπτωση της αγάπης, αυτό είναι αδύνατο, μόνο ένας δρόμος υπάρχει για το ξεπέρασμα της αποτυχίας αυτής: να εξετάσουμε τους λόγους της αποτυχίας αυτής και να προχωρήσουμε στην έρευνα της σημασίας της αγάπης. 

Το πρώτο βήμα είναι να καταλάβουμε ότι η αγάπη είναι μια τέχνη, ακριβώς όπως μια τέχνη είναι και η ίδια η ζωή. Αν θέλουμε να μάθουμε πώς ν' αγαπάμε, πρέπει να προχωρήσουμε με τον ίδιο τρόπο που προχωρούμε όταν θέλουμε να μάθουμε μια οποιαδήποτε άλλη τέχνη, π.χ. μουσική, ζωγραφική, ξυλουργική ή την επιστήμη της ιατρικής και της μηχανικής.

Ποια είναι τα απαραίτητα στάδια στην εκμάθηση μιας οποιαδήποτε τέχνης;

Η διαδικασία της εκμάθησης μιας τέχνης μπορεί απλά να διαιρεθεί σε δυο μέρη: Το πρώτο είναι η εκμάθηση της θεωρίας και το δεύτερο η εκμάθηση της πρακτικής. Αν θέλω να μάθω την επιστήμη της ιατρικής, πρέπει πρωτ' απ' όλα να μάθω τα βασικά στοιχεία για το ανθρώπινο σώμα και για τις διάφορες αρρώστιες. Αλλά κι όταν αποκτήσω όλη αυτή τη γνώση, πάλι δε θα είμαι ικανός στην τέχνη της ιατρικής. Μόνο έπειτα από μακριά πρακτική εξάσκηση θα είμαι κύριος της τέχνης. Μόνο όταν η θεωρητική γνώση και η πείρα της πρακτικής θα έχουν συγχωνευτεί σ' ένα πράγμα - στη διαίσθησή μου, που αποτελεί την ουσία της κατοχής μιας τέχνης. Αλλ' εκτός από την γνώση της θεωρίας και της πρακτικής, ένας τρίτος παράγοντας είναι αναγκαίος για την κατάκτηση κάθε τέχνης - η υπέρτατη σημασία που δίνουμε στην τέχνη αυτή.

Τίποτ' άλλο στον κόσμο δεν πρέπει να είναι πιο σημαντικό από την τέχνη που μας ενδιαφέρει. Αυτό ισχύει για τη μουσική, την ιατρική, την ξυλουργική - και για την αγάπη. Κι ίσως εδώ να βρίσκεται η απάντηση στο ερώτημα: γιατί οι άνθρωποι του πολιτισμού μας προσπαθούν τόσο σπάνια να μάθουν αυτή την τέχνη στο πείσμα των ολοφάνερων αποτυχιών τους; Παρόλο που η λαχτάρα γι' αγάπη είναι τόσο βαθιά ριζωμένη, σχεδόν όλα τ' άλλα φαίνονται να είναι πιο σημαντικά από την αγάπη: επιτυχία, γόητρο, χρήματα, δύναμη. Όλη μας σχεδόν η ενεργητικότητα χρησιμοποιείται για να μάθουμε πώς να πετύχουμε σ' αυτούς τους σκοπούς. Και σχεδόν καθόλου για να μάθουμε την τέχνη της αγάπης.

Σκιτσομαχίες #01


Monday, December 17, 2018

Τρίχες κατσαρές [ Part Two ]

Μετά απ' όσα κουβεντιάσαμε μονάχος μου, στο προηγούμενο μέρος, γίνηκε φανερό ότι η καταπίεση των γυναικών δεν είναι πρόβλημα ξέχωρο από εκείνη των αντρών ή οποιουδήποτε φύλου, τουλάχιστον ποιοτικά. Η γυναικεία καθημερινότητα φαντάζει σαφώς δυσκολότερη, εν γένει, από την καθημερινότητα του άντρα, αλλά θεωρώ ότι τούτο είναι «απλά» ζήτημα ποσότητας (στο απλά βάλτε και περισσότερα εισαγωγικά, άμα γουστάρετε). Για παράδειγμα, η εργασιακή εκμετάλλευση εφαρμόζεται ανοικτιρμόνως και στους δύο, μα στη γυναίκα σαφώς περισσότερο. Η συζυγική εκμετάλλευση, στις μέρες μας, είναι πιο συγκεχυμένη : εφαρμόζεται, κυρίως, από εκείνον που έχει τα περισσότερα λεφτά. Για να μην πιάσουμε την κουβέντα του ευνουχισμού και χάσουμε τη μπάλα, ποιος εκμεταλλεύεται ποιον και ποιος πρώτος ξεκίνησε. Θα υπάρχουν, βέβαια, ένα σωρό παραδείγματα, άμα πιάσει να κουβεντιάσει κανείς με τις γυναίκες, μα δίχως πρόθεση ν' αδικήσω κι εξετάζοντας από ποιοτική σκοπιά, θεωρώ πως η ίδια κιμαδομηχανή που αλέθει τον έναν, η ίδια αλέθει και τον άλλο. Πάντες, ανεξαιρέτως, μα σε διαφορετικούς βαθμούς ή επίπεδα, γινόμαστε τροφή για τους κόρακες ή για τους κόλακες. Τουλάχιστον, οι πρώτοι κοιτούν να σου βγάλουν το μάτι, αφού ψοφήσεις. Μέσα σ' αυτό το πλαίσιο, ακόμα κι εκείνος ο γυναικείος βιασμός, εκκωφαντικό τεκμήριο βιαιότητας και ανθρώπινης ξεφτίλας, θα ήταν θαρρώ κοντόφθαλμο ν' αποδωθεί, με τη στενή έννοια, στη βία ενός ή περισσότερων ανδρών, απέναντι σε μια γυναίκα, μα περισσότερο στη βία ενός ανθρώπου - ή ορθότερα μιας κοινωνίας - απέναντι σ' ένα άλλο πλάσμα. Η άσκηση απόλυτης εξουσίας από μιαν ύπαρξη στην άλλη, είναι δεν είναι γυναίκα, προκαλεί την ίδια αποστροφή. Είναι προφανές ότι σε μια κοινωνία ανδροκρατούμενη οι ευκαιρίες θα περισσεύουν για τους άντρες. Αλλά τούτο δεν είναι παρά ένα ιστορικό στιγμιότυπο, της εξουσιαστικής ιστορίας . Μια γενικότερη ματιά, φέρνει στο ίδιο επίπεδο οποιασδήποτε μορφής βιασμό, ασχέτως φύλου και ηλικίας, αποστολέα ή παραλήπτη. Ο βιασμός ενός παιδιού απ' τον πατέρα του, μιας έφηβης από τις συγκρατούμενές της, η διαπόμπευση ενός πολιτικού κρατούμενου από τους δεσμοφύλακες, μιας πόρνης από τη γειτονιά, μιας σκλάβας από το χαλίφη κι ενός υπηκόου από την κακομαθημένη βασιλοπούλα, είναι διαφορετικές παραλλαγές της ίδιας ιστορίας : από ποια μεριά του μαστιγίου στέκεσαι. Δεν εννοώ φυσικά πως όλα ετούτα εξισώνονται, καθώς στ' ανθρώπινα, ούτως ή άλλως, μια τέτοια φράση δεν θα 'χε κανένα απολύτως νόημα.

Έτσι - πίσω στα πεζά δικά μας - ο άνδρας που οφείλει να κυκλοφορεί στην παραλία άτριχος ή δασύτριχος, κατά το δοκούν της εποχής, λεπτός ή μυώδης, ευγενικός ή αλήτης, ξουρισμένος κόντρα ή ξουρισμένος μούσι, με πλούσια κόμμη αντί φαλάκρας και γραμμωμένους κοιλιακούς αντί λιπώδους ιστού, πουτσαράς και γαμίκουλας, επιτυχημένος και φραγκάτος, τρυφερός μα κι ανυπόταχτος, ώριμος μα γεμάτος φαντασία, πιστός αλλά και σέξι και βάλε οχτώμιση χιλιάδες εγκυκλοπαιδικά λήμματα, επιπλέον, για σφολιάτα και περιτύλιγμα, ο άντρας ετούτος, λοιπόν, δεν έχει να ζηλέψει το παραμικρό από την κοινωνική καταπίεση της ξυρισμένη γυναικείας γάμπας ή της μασχάλης. Κι όπως έχω γράψει κι αλλού και θα επιμένω - μέχρι να μου φέρει κανείς αντίρρηση - η καταπίεση ετούτη στον άντρα καταλήγει δεινότερη. Καθώς η γυναίκα έχει ενδυθεί απ' τα μικράτα της, σχεδόν σα δεύτερη φύση, ετούτη τη ναρκισσιστική αφήγηση του εαυτού της. Έτσι, της φαίνεται καθόλα φυσιολογικό να τριγυρνά βαμμένη κλόουν. Καμιά φορά βαριέται, βεβαίως, να ξουρίζεται και τότε γυρίζει βίντεα στο YouTube για την κοινωνική ανισότητα και άλλα ευτράπελα. Ο άντρας, όμως, (όπως και τα κορίτσια, που δε μεγάλωσαν ως ροζ πριγκίπισσες, αλλά με αξιοπρέπεια) υποχρεώνεται σε μεγαλύτερη ηλικία σ' αυτή τη μασκαράτα και, μάλιστα, με τρόπο υπουλέστερο. Γιατί η πουτάνα κενωνία δεν βάνει καλούπια μονάχα στις γυναίκες. Για όλους φυλάει ένα ρολάκο. Πολύ αργότερα, σα θίγεται για πρώτη φορά ο «αντρικός» ρόλος, ο άντρας αμάθητος και συναισθηματικά περισσότερο αδύναμος - παρά τα παραμύθια, που κυκλοφορούνε - στην προσπάθειά του να διαχειριστεί την ήττα, παραπατά και χάνει. Το αποτέλεσμα : ετούτη η σύγκρουση εσωτερικεύεται ως άγχος, το οποίο χρόνο με το χρόνο και οπισθοχώρηση στην οπισθοχώρηση, αποστραγγίζει κάθε ίχνος πραγματικής γονιμότητας, καθιστώντας το αγόρια, αρχικά, τους άντρες, έπειτα, στείρα κακέκτυπα του εαυτού τους αν όχι και, ψυχολογικά, ανίκανους.

Ένσταση #02 - Τοτέμ και φετίχ

Αλλά καλά τα είπαμε τα κοινωνικά και τα πολιτιστικά μας κι είχα δεν είχα δίκιο, ας το κρίνει ο Θεός. Μα σε τούτο, που θα πω στη συνέχεια, είμαι τόσο βέβαιος για το δίκιο μου, που δεν έχω κανέναν ανάγκη να με κρίνει. Κατηγορώ, λοιπόν, τ' αξούριστα κοράσια για το έγκλημα της πίτας της χορτάτης και του σκύλου του ολόκληρου. Συνώνυμο : μονά, ζυγά, δικά τους. Μα υπολόγισαν χωρίς τον ξενοδόχο, που εν προκειμένω, δεν είναι άλλος από τον διχασμένο τους εαυτό. Τούτη η στάση τους εύκολα θα γυρίσει μπούμερανγκ, μάλιστα δίχως το παραμικρο ανδρικό θύμα.

Ο λόγος απλός. Οι αφελείς μαινάδες παραγνωρίζουν, ασυγχώρητα, τους μηχανισμούς δημιουργίας των φετίχ και συγχέουν την ερωτική επιλεκτικότητα με σεξισμό. Κανένας άνθρωπος δεν είναι ένοχος, ως προς τη δημιουργία των ερωτικών προτύπων του, καθώς τούτα έχουν διαμορφωθεί ανεπιστρεπτί, πολύ προ της συνειδητοποίησής τους. Ως προς αυτό, το οικογενειακό ή κοινωνικό περιβάλλον - ή οποιαδήποτε άλλη ψυχιατρική παράμετρος μου διαφεύγει - έχουν διαδραματίσει το ρόλο τους τον καθοριστικό, δίχως απαραίτητα να καταλογίζονται συγκεκριμένα ευθύνες. Η πολυπλοκότητα των συνθηκών και των ισορροπιών, μέσα στις οποίες διαμορφώνεται ο ερωτικός χαρακτήρας, όχι της σταστιστικής μάζας, αλλά της εύθραστης μοναδικότητας του ατόμου, είναι ένα πρόβλημα συνήθως ανεπίλυτο. Έτσι παρότι ο στόχος της επανατρίχωσης είναι, κοινωνικά, καθόλα εφικτός κι ευκταίος, πρέπει να παραδεχτούμε αντίρροπα ότι κι η ερωτική αποστροφή που μπορεί να προκαλεί, είναι κι αυτή με τη σειρά της καθόλα φυσιολογική. Φαίνεται πως στέκεται αρκούντως δύσκολη η χρυσή τομή, ανάμεσα στη κοινωνική επιτυχία, από τη μία, και την ερωτική, από την άλλη.

Η πλειοψηφία των ανθρώπων, του σύγχρονου ελληνικού (ή δυτικού) μορφώματος, έχει μεγαλώσει με λιγότερο τριχωτά πρότυπα, από εκείνα που θα βόλευαν τις προλαλήσασες. Οι αιτίες μας είναι αδιάφορες, σε τούτη τη συζήτηση. Ως εκ τούτου, δε θα 'ταν μακρυά από την αλήθεια αν ισχυριζόταν κανείς, πως είναι ευκολότερο να πείσεις μια παραλία να κάνει τα στραβά μάτια στην παραβίαση της γραμμής του μπικίνι ή έναν εργοδότη στο μονόφρυδο, παρά να προκαλέσεις σκληρή κι επαρκή στύση - ή άλλης μορφής ηδονική αντίδραση - με μασχάλες, που θυμίζουν τα μυστικά του βάλτου. Έχεις δικαίωμα στην τρίχα; έχεις! Έχεις, όμως, και δικαίωμα στην καύλα του αλλουνού; κανένα απολύτως! Ούτε και δικαίωμα να τον κρίνεις, γι' αυτό. Η εγκαθίδρυση της γυναικείας τριχοφυίας στην ερωτική ζωή μπορεί να στηρίζει τις ελπίδες της, κυρίως, στην αντιστροφή των φετίχ με φετιχοποίηση των αντιθέτων. Έως τότε, ωστόσο, δε χρειάζεται να βαυκαλιζόμαστε ότι μια γυναίκα μπορεί να είναι ταυτοχρόνως και ποθητή και τριχωτή. Περί ορέξεως, φυσικά, κολοκυθόπιτα. Μα τώρα μιλάμε για μαζικές μεταμορφώσεις κι όχι αν έχει ο κυρ-Πέτρος βίτσιο.

Για να δείτε πως δε μιλώ απ' τον αέρα, μα μιλώ με λόγια σταράτα και τίμια, εγώ προσωπικά όχι μόνο δεν αποστρέφομαι, αλλά βρίσκω ασυγχώρητα καυλωτική την τριχωτή μασχάλη, στη γυναίκα. Ρε γουστάρω, σου λέω, φτιάχνομαι. Οι πρώτες εικόνες της δεκαετίας του '70 (γεννηθείς το '74) δεν συμπορεύονταν με τη χαλάουα και το ξυράφι. Ούτε και τα πορνοπεριοδικά της εποχής και ν' αγιάσει ο παππούλης μου, που τα 'κρυβε στο σανίδι, κάτου απ' το εικονοστάσι - ο αθεόφοβος. Εκεί, μπροστά, όπου έκανε τα βράδυα προσευχή, σαν το Παπαγιαννόπουλο. Πού προσευχόταν τώρα, ακριβώς, ο Θεός κι η ψυχή του. Άλλες εποχές, λοιπόν, κι η μασχαλιαία ή εφηβιαία τρίχα σημάδεψε ανεξίτηλα την τρυφερή καρδιά μου. Η τρίχα στο πόδι, τώρα, τούτο είναι μια άλλη ιστορία και του διαβόλου πράγματα. Για κάποιον άλλο, ωστόσο, που μεγάλωσε αντίστροφα, με το εικονοστάσι παραχωμένο και το πορνό κατάφατσα, μπορεί να γουστάρει και το δασύ το πόδι, εξίσου. Άβυσσος η ψυχή του ανθρώπου. Μα τούτο, το πράγμα δεν έχει με το σεξισμό την παραμικρή σχέση, καθώς δεν καθορίζει, ούτε παγιώνει την αξία της γυναίκας κι ούτε κανενός. Μονάχα την ερωτική επιθυμία. Έχει να κάνει μ' όλα εκείνα τα μικροστοιχεία που προκαλούν στον ένα νιρβάνα και εμετό στον άλλο. Μ' όλες εκείνες τις μικρές, προσωπικές αποχρώσεις της αηδίας : μια τρίχα, μια κρεατοελιά, μια ασυμμετρία, μια πληγή, μια παραμόρφωση. Όλες ετούτες οι πηγές της αποστροφής δεν υποκρύπτουν, απαραίτητα, κοινωνικά φορτία. Μπορεί να κρύβουν ισοπίθανα, προσωπικά βιώματα : μια βρεφονηπιοκόμος που μας χτυπούσε, ζέχνοντας ιδρωτίλα, ένας ξένος με βρωμερή αναπνοή, που γελούσε σκυμμένος πάνω στην κούνια μας, ένας θείος γεμάτος ελιές που μας χλεύαζε δημόσια για πλάκα, όλα ετούτα που πρόχειρα σκαρφίστηκα, μπορεί να 'χουν σημαδέψει τις μνήμες με τρόπο, ανεξίτηλα σκοτεινό κι ανθρώπινο.

Κι έτσι - όπως έλεγα στη φίλη μου, που 'χε φρικάρει το κορίτσι - αν ήμουν εργοδότης θα θεωρούσα οποιαδήποτε γυναίκα ισάξια με οποιονδήποτε άντρα - ή άλλον - που θα 'χε τα ίδια τυπικά προσόντα, και θα την προσλάμβανα αναμφισβήτητα, βασιζόμενος περισσότερο στο μέγεθος των ικανοτήτων της, παρά στο μέγεθος της τριχοφυΐας ή της παχυσαρκίας της. Όχι, φυσικά, γιατί είμαι κανάς τύπος, πολύ cool. Σε καμία περίπτωση! Ούτε πολύ cool είμαι, μα ούτε και υποκριτής. Δε μπορώ να ομολογήσω, πως το κόβω το χέρι μου, πως είμαι αναλλοίωτος από την κοινωνική πλύση εγκεφάλου και πως ουδέποτε θα συναντούσα «παραφωνίες», που πιθανόν να μ' έκαναν να διστάσω. Μπορώ να σκεφτώ πολλά «σιχαμερά», που θα με απωθούσαν, μα δύσκολα μπορώ να φανταστώ κάτι που θα με αποθάρρυνε απ' το να είμαι τίμιος στην κοινωνική συναλλαγή μου. Την αποστροφή μου είναι δυσκολότερο να την ελέγξω, αφού πηγάζει από ασυνείδητα βάθη, μα ωστόσο είμαι υπεύθυνος και υπόλογος, μόνο για τη συμπεριφορά μου. Τ' άλλα είναι προσωπικά στοιχήματα και δεν αφορούν κανέναν.

Από την άλλη, ωστόσο, κανείς μα κανείς δε μπορεί να μ' εμποδίσει απ' το ν' αποστρέφομαι, ερωτικά και όχι αξιακά, οτιδήποτε με αηδιάζει στο κρεβάτι ή στο πιάτο μου, είτε αυτό λέγεται μπάμπιες, είτε λέγεται κώλος με σπυριά. Να μην πιάσουμε τώρα τις αμπελοφιλοσοφίες, πως η αγάπη όλα τα ξεπερνά και όλα τα υπερνικά. Ο κάθε άνθρωπος έχει τα φετίχ του κι εκεί η συζήτηση τελειώνει. Είναι αξιοθαύμαστος εκείνος που δεν έχει φετίχ, ή έχει ελάχιστα ή τα 'χει ξεπεράσει εντελώς, αλλά μέχρι να συμβεί ετούτο, σε ποσοστό κοινωνικά επαρκέστερο, η πραγματικότητα θα δυσχεραίνει τις ζωές μας, αναπόφευκτα. Δυστυχώς, δε μπορούμε ν' αρέσουμε σε όλους κι ούτε όλοι να μας αρέσουν. Αυτό, ειπωμένο ντόμπρα, σημαίνει απλά ότι θα υπάρχουν πάντα κι εκείνοι ή εκείνες που δε θα μας αρέσουν. Κανείς, όμως, δε «δε μας αρέσει», έτσι γενικά κι αόριστα. Πάντοτε υπάρχουν λόγοι,  μα σπάνια θα συναντήσεις άνθρωπο, να μην είναι υποκριτής, σ' ένα βαθμό, ως προς αυτούς. Γιατί ακριβώς εδώ κρύβεται όλη η αντάρα κι η σκοτεινιά ψυχής, που αρνούμαστε. Για να μη φανούμε χυδαίοι και μικροπρεπείς στα μάτια μας. Κι οι λόγοι ετούτοι δεν είναι πάντοτε τόσο προφανείς, όπως η τρίχα κάγκελο. Οι άπειρες ερωτικές χυλόπιτες, που εκτοξεύονται καθημερινά - όπως οι τούρτες στο βουβό κινηματογράφο - είναι κι απείρως τιμιότεροι μάρτυρες του τι συμβαίνει, παρά τα χίλια βίντεο για την ισότητα των φύλων. Γιατί μη χέσω, πως οι περισσότεροι κι οι περισσότερες απορρίπτουν τον άλλο στην αξιακή βάση του χαρακτήρα!! Χοχοχο, τι πλάκα!! Στην πραγματικότητα : ο ένας μας πέφτει κοντός, ο άλλος μας πέφτει χοντρός, ο τρίτος ασχημούλης, άλλος είναι σα γύφτος (ζητώ συγγνώμη, από την κοινότητα των Γύφτων, μα τα γράφω, όπως λέγονται), ο δίπλα καραφλός, ο παραδίπλα έχει μεγάλη μύτη κι ένας ακόμα μας βγήκε μικρο-τσούτσουνος και μεροκαματιάρης. Κι η λίστα πάει λέγοντας, τραβώντας χιλιόμετρα και χιλιόμετρα, καλύπτοντας αποστάσεις διηπειρωτικές. Μα όλα ετούτα δεν είναι πάντα σεξισμός ή κοινωνικός ρατσισμός, φιλτράροντας μονάχα την πλευρά που μας συμφέρει.


Επίλογος

Τώρα να πω την αλήθεια, δεν το 'δα όλο το βίντεο, γιατί βαρέθηκα. Μπορεί, δηλαδή, να είμαι κι εντελώς εκτός του θέματος. Αλλά δε γράφω πανελλήνιες. Το βίντεο ήταν απλά η αφορμή, να γράψω εκείνο που γύρευα να γράψω. Το ρεζουμέ είναι πως κάθε λογικός και άνθρωπος (αυτά τα δύο, δε συμβαδίζουν απαραίτητα) δε μπορεί παρά να στέκεται με αποστροφή, απέναντι στα κοινωνικά στερεότυπα, αναγνωρίζοντας αβίαστα - εντός ορίων, αλλά μην το φιλοσοφήσουμε εδώ - το δικαίωμα στην αξιοπρέπεια και την αυτοδιάθεση ατόμων ή κοινωνικών ομάδων. Όσον αφορά στην ουσία, δε χρειάζεται τίποτα περισσότερο να κουβεντιάσει κανείς.

Η λογική επεξεργασία, ωστόσο, δε λύνει το πρόβλημα από μόνη της. Το στερεότυπο - οποιοδήποτε στερεότυπο, η στερεοτυπική διαδικασία - έχει αλώσει και τους πλέον ελευθεριάζοντες κι ο εχθρός βρίσκεται, ήδη, εγκαταστημένος στα σωθικά μας. Δεν έχω γνωρίσει ούτε πέντε ανθρώπους, που να μην έχουν στερεότυπα για τον ένα ή για τον άλλο λόγο. Επαναστάτες το πρωί, έκαστος στο είδος του, και το βράδυ νοικοκύρηδες. Αλλά πώς όχι; Είναι δυνατόν, για παράδειγμα, να σου πει ο άλλος ότι ψηφίζει Νέα Δημοκρατία και να μη στραβώσεις, μεμιάς, τη μούρη; Του 'χεις έτοιμο προφίλ, από καθέδρας και με συνοπτικές διαδικασίες. Αλλά δεν είναι τούτο στερεότυπο; τι είναι; πολιτική σοφία κι ωριμότητα; Δεν έχουμε στερεότυπα για τους πολιτικούς, τους ταξιτζήδες, τους εγκληματίες, τους γιατρούς, τους ναυτικούς, τις νοικοκυρές, τα πρεζόνια, τους αστυνομικούς, τους γαλονάδες και τις πωλήτριες των εσωρούχων; Ν' αναγνωρίσει κανείς το στερεότυπο, τούτο είναι το ευκολότερο. Το δυσκολότερο, να το θεραπεύσει εξαλείφοντάς το. Χρειάζεται ακάματη προσπάθεια, αδιάλειπτη εγρήγορση κι επίμονη καλλιέργεια. Χρειάζεται δουλειά με τον εαυτό μας και γόνιμη ταπείνωση, απέναντι στο πρόσωπο των θυμάτων μας κι απέναντι στην ωριμότητα, που ζητούμε να κατακτήσουμε.

Μα κι εκείνος που ξεσηκώνεται και διεκδικεί, δεν πρέπει να το κάνει με αφέλεια και άγνοια, ως προς το τίμημα, σα χάπατο ή barbie που ξεστράτισε. Πρέπει να γνωρίζει ότι το βήμα, που ζητά να κάνει μπρος, με τρίχα ή ξουρισμένος, δεν είναι προσωπική διεκδίκηση, μα γυρεύει να παρασύρει στο κατόπι του, ολάκερη την κοινωνία. Γίνεται ο Νιλ Άρμστρονγκ της μασχάλης : μια μικρή τρίχα για 'κείνον, ένας γιγάντιος θύσανος για την ανθρωπότητα. Μα πρέπει να 'χει και του τιμήματος τη γνώση. Δεν είναι δυνατόν να μας ακολουθήσουν όλοι διαμιάς. Θα συγκρουστούμε αναπόφευκτα μ' εκείνους που ενεργητικά μας αντιτίθενται ή, πικρότερα, θα απογοητευτούμε από εκείνους που παθητικά μένουνε πίσω. Κι ούτε να πέφτουμε απ' τα σύννεφα, μας πρέπει : «μα είναι δυνατόν; έμεινα αξύριστη δυο μήνες και δεν ήθελε να μ' ακουμπήσει, το κτήνος». Τέτοια αφέλεια ψήνει μέχρι κάστανα. Ούτε να υπερτιμούμε, μα ούτε να υποτιμούμε τους ψυχολογικούς μηχανισμούς στον άνθρωπο. Υπάρχει ένα λεπτό όριο, όπου το προσωπικό υλοποιείται κοινωνικά και το κοινωνικό προσωποποιείται στο άτομο. Μ' ακόμα κι αν αποδεχτούμε πως δεν υπάρχει στερεότυπο, που να μην είναι βλάστηση κοινωνική, δεν ειν' ούτε θεμιτό, ουτ' εφικτό, τα πάντα να μπολιάζονται πολιτικά. Δεν είναι όλα της ίδιας σημασίας. Παλεύουμε με νύχια και με δόντια, στα ζωτικά σημεία (δε νοείται να σηκώνει κανείς το χέρι, στη γυναίκα που δεν κάθεται), όμως στα ήσσονα απευθύνουμε τίμιο κάλεσμα και πρόκληση, ώστε να 'ρθει ως σύντροφος ο κόσμος και να μας συναντήσει. Να βγει απ' το καβούκι του, με το ρυθμό που την παλεύει κι όχι ταχύτερα. Αλλιώς, δε θα 'ναι κτήμα και ουσία του, το νέο, μα ρούχο φορετό.

Ως τότε, όμως, θα πρέπει να παίρνουμε εαυτούς λίγο στην πλάκα. Όπως σε όμορφη παρέα, τα πειράγματα γυρίζουνε και πάνε, δίχως κανείς να παρεξηγείται, μα όλοι εξίσου ευθυμούν, έτσι πρέπει το να 'μαστε. Μια όμορφη παρέα. Να γελούμε με τα γινάτια και τα χάλια μας, με τις αδυναμίες και τα ελαττώματά μας. Να γελούνε οι γυναίκες με τα τσουτσούνια των αντρών κι οι άντρες να κοροϊδεύουν τα αιδοία. Να εκνευρίζονται οι πρώτες με τ' αντρικά καμώματα κι οι άντρες, με τη σειρά τους, με τα θηλυκά γινάτια. Τι κι αν είναι όλα κλισέ, αυταπάτες και χιλιο-ειπωμένα; Τι κι αν η πολυήμερη αξυρισιά κάνει τις γυναίκες πιο άντρες κι απ' τους άντρες ή, αντιθέτως, το αποτριχωμένο στέρνο φέρνει στον άντρα μια φλουφλάδα; Τι κι αν έτσι νομίζουμε ή αλλιώς, σφάλλοντας από συνήθεια; Και ναι, ουτ' είναι αστείο, ουτ' έχει πλάκα να μένουν γυναίκες άνεργες, βιασμένες ή δολοφονημένες εξαιτίας των όσων κουβεντιάσαμε. Μα ούτε χρειάζεται να κουβαλάμε ετούτα τα δεινά στις συντροφιές μας, φέρνοντας την καταστροφή εκεί που θα 'πρεπε να υπάρχει η χαρά της συναναστροφής. Μέσα απ' τη χαλάρωση του κοινού πειράγματος, σα γίνεται με αγάπη αληθινή προς το πρόσωπο του ανθρώπου, τα ήθη χαλαρώνουν (με την καλή την έννοια) μ' ευφορία εθιστική, μεθυστική και ερεθιστική. Το πείραγμα της τρίχας, να γίνει άγγιγμα, να γίνει χάδι κι έπειτα η πλάκα θα πάψει να 'ναι πλάκα. Τι άλλο θέλει η φύση μας, παρά να καταλαγιάσουν τα εγώ; Τόσο τα εγώ του «πρέπει», όσο και τα εγώ του «θέλω».

Saturday, December 15, 2018

Τρίχες κατσαρές [ Part One ]

Πριν από καιρό, είχα κουβέντα στο Φατσοβιβλίο με φίλη φεμινίστρια κι αφορμή την απανταχού τριχοφυΐα των γυναικών. Εδώ, θα κοροϊδεύω, κατά τα ειωθότα, αλλά μη ξεγιελιέστε στιγμή : τη σέβομαι πολύ και δεν έχω τον παραμικρό σκοπό να θίξω την ίδια - πόσο μάλλον ερήμην της. Κόντεψε, λοιπόν, να γίνει μεγάλη παρεξήγηση και να βγούνε τα πηρούνια για να φάμε τ' άντερά μας (με μπόλικη σάλτσα), γιατί εγώ τα παίρνω όλα στην πλάκα - τουλάχιστον, εκείνα που 'χω ξεπεράσει. Καθότι είναι υπαρξιακά γελοίο ν' ασχολείται κανείς με τρίχες, κατσαρές ή άλλης τεχνοτροπίας, λες και δεν έχει άλλα σοβαρότερα πράγματα ν' ασχοληθεί. Το 'κανα σαν ήμουν είκοσι χρονών, τότε που μόλις κι είχε αρχίσει να γυαλίζει το άντρο του απύθμενου πνεύματός μου. Μετά ωρίμασα, καθόσον δε είχα και πολλές επιλογές. Άμα δεν έχεις λεφτά για εμφύτευση, αναγκαστικά ωριμάζεις. Η φύση είναι άδικη, αν την κρίνεις με τ' ανθρώπινα μέτρα κι αδικότατη αν την κρίνεις, ειδικότερα, με τα κοινωνικά. Μπορεί σε μιαν άλλη κοινωνία η φαλάκρα να τρελαίνει τις γυναίκες κι οι τρίχες στην πλάτη να τις εκστασιάζουν. Μέχρι τότε, ωστόσο, είμαστε αναγκασμένοι να το ρίχνουμε στη φιλοσοφία.


Ωστόσο - και τούτο είναι σοβαρό - η γυναικεία τριχοφυΐα ξεπερνά την απλή μόδα. Σε μια κοινωνία κατά βάση ανδροκρατούμενη, ακόμα κι οι μικρότερες και πλέον αθώες επιταγές είναι καθόλα ύποπτες. Ο ψυχολογικός εκβιασμός της γυναίκας, ο οποίος δεν απέχει και πολύ από την υλική καταδυνάστευση, αν ανάγουμε τη συζήτηση στην εργασιακή αρένα, κρύβεται σε τούτες τις «μικρές» λεπτομέρειες. Πόσο εύκολα θα μπορούσε να βρει εργασία μια γυναίκα, η οποία παρότι πληροί κάθε αντικειμενική προϋποθεση φέρει αδρό μύστακα και δασώδη (όχι δυσώδη) μασχάλη; Πόσες γυναίκες θα τολμούσαν το καλοκαίρι, να βγουν από το σπίτι με σορτσάκι και την τρίχα πουλόβερ, προκειμένου να πάνε μέχρι το ψιλικατζίδικο; Πόσες «χοντρέλες» θα πλατσούριζαν με τάνγκα στην ακροθαλασσιά του Ομήρου, δίχως να τις πάρει ο Δίας και να τις σηκώσει; Πόσες γιαγιάδες θα φορούσαν μπικίνι, γιατί έτσι έχουν συνηθίσει από νέες, είτε γιατί έτσι γουστάρουν ρε αδερφέ, δίχως την απορριπτική ξινίλα των βλεμμάτων να κρέμεται, σα γαϊτανάκι από τα κρεματσόλια τους. Τα ερωτήματα είναι ρητορικού τύπου. Εδώ παλεύουμε ακόμα με την κυτταρίτιδα και τις ραγάδες κι η άλλη θέλει δικαίωμα στην αξυρισιά ή - άκου η πόρνη - να θηλάζει το παιδί της δημόσια, δίχως να κινδυνεύει να της κάνουν μήνυση. Σε τετρακόσια χρόνια μπορεί. Σήμερα πάλι, άντε να βρεις το δίκιο σου.

Αλλά - να μην παραξηγηθούμε - δεν υπάρχει ουδεμία περίπτωση να διαφωνήσω στην όποια (δίκαιη) γυναικεία διεκδίκηση, οσοδήποτε γελοία, καθώς μέσα σε μια κοινωνία που βρωμάει αντρίλα το γελοίο δεν είναι απαραίτητα κι αστείο. Εδώ θα εκθέσω, κυρίως, τις ενστάσεις μου ως προς τον τρόπο και τον τόπο, με τη χαρακτηριστική μου ασέβεια, που τόσο αγαπήθηκε (από μένα).

Ένσταση #01 - Δυο μέτρα και δύο σταθμά

Τέλος πάντων, αφορμή για το σούρουρο είχε σταθεί τούτο βίδεο, αναρτημένο τότε στη LIFO. Και λέω : καλά, ρε κορίτσια, πάσο! Εντάξει και ν' αποτινάξουμε την κοινωνική καταπίεση, τα δεσμά και τα καραγκιοζιλίκια. Κι εγώ μαζί σας. Αλλά τα πόδια κι οι μασχάλες είναι η μεγάλη μας κωλοκαούρα; Χάθηκαν άλλες προτεραιότητες; Αυτές είναι οι ανησυχίες της μικρής, αστής επαναστάτριας, με πρόσβαση στα στιλάτα, καλογυρισμένα βίντεο του YouTube; Γιατί άμα το θέτε έτσι, να σας ανταπαντήσουμε στο ίδιο ακριβώς επίπεδο. Εξέγερση από το λαιμό και κάτω, αλλά υποταγή απ' το λαιμό και πάνω, εμένα δε μου κάθεται καλά. Το μέικαπ δεν είναι κοινωνική καταπίεση κι ετεροκαθορισμός; Μου λέει η φίλη μου «μα δε φοράνε μέικαπ». Ναι, συγγνώμη που δεν έχω εντρυφήσει στο λεξιλόγιο της ψιμυθίωσης. Δε φοράνε μέικαπ, αλλά αυτό το γαμημένο στο μάτι πώς λέγεται : ρίμελ, μολύβι, λαδομπογιά; Ή μήπως δεν έχουν κάνει αποτρίχωση στη μούρη;; Μη μου πεις ότι ο μελαμψός σωματότυπος της μικρής Ινδής ή ό,τι άλλο, είναι ικανός να προκαλεί ασύδοτη μηρο-κνημιαία τριχοφυΐα, αλλά αφήνει στο απυρόβλητο μουστάκι και μονόφρυδο;; Και να τα πούμε κι άλλο αμάσητα; οι τρύπες στ' αφτιά, τα σκουλαρίκια, το βαμμένο ή ξουρισμένο φρύδι - και μην τα πολυλογούμε, γενικότερα, το στιλ - τι 'ν' όλα τούτα; Απλές και πηγαίες συλλήψεις, εσωτερικές ανάγκες του ατόμου, απελευθέρωση από την τυραννία και ανέκδοτες παρθενογενέσεις;; Μη χέσω! Αυτό που λέω είναι ότι το ξύρισμα της γάμπας και της μασχάλης δεν έχει ξέχωρη καταγωγή από το βραχιόλι και το τατούαζ κι έτσι είναι ηλίθιο να την πέφτουμε στο ένα και να κάνουμε την πάπια στο άλλο. Και μάλλον είναι ηλίθιο να την πέφτουμε, γενικά, σε οτιδήποτε επιμέρους. Ζητούμε, τώρα, την αληθινή απελευθέρωση της Γυναίκας ή άλλα λόγια ν' αγαπιόμαστε;; Ζητούμε γυναίκες ελεύθερες από ετεροκαθορισμούς ή μήπως ελεύθερες μέσα σε αυτούς;; Γιατί το δεύτερο είναι περισσότερο σύμφωνο, από το πρώτο, με τούτα τα καμώματα. Μήπως, τελικά, εξαντλούμαστε στο να 'μαστε, απλά, προκλητικές με τον τρόπο μας, κι αδιαφορούμε για την ουσία; Ζητούμε, πράγματι, το δικαίωμα στον αυτοκαθορισμό ή μήπως να γυρίσουμε ένα βίντεο ακόμα, ώστε να γίνουμε viral και διαφήμιση;

Να παραδεχτεί μια γυναίκα ότι βαριέται να ξυρίζει τα πόδια της, κάθε τρεις και λίγο, είναι εντελώς διαφορετικό απ' το ν' ανοίγεις το μεσανατολικό. Λες και δεν έχουν άλλα προβλήματα τα δύο φύλα ή, γενικότερα, τα άλλα φύλα. Το ν' ανάγεις αυτή την επιμέρους επιταγή σε κοινωνικό ζήτημα (που είναι, φυσικά, σε κάποιο βαθμό), έχοντας, ωστόσο, αποψιλώσει το φρυδάκι, εδώ κάτι βρωμάει. Τώρα θα μου πεις, γούστο της και καπέλο της, να κάνει όση επανάσταση γουστάρει και δε θα δώσει λογαριασμό σε κανέναν, για το πόσα τετραγωνικά εκατοστά δέρματος ή εγκεφαλικού φλοιού θ' απελευθερώσει. Και τούτο είναι το σωστότερο. Γιατί δεν πρέπει να ξεχνούμε στιγμή τις συνθήκες, μέσα στις οποίες αγωνίζονται οι γυναίκες, οι οποίες (συνθήκες) αν και παρασάγγας καλύτερες απ' ότι πριν εκατό χρόνια, ωστόσο δεν παύουν να είναι φαλλοκρατικές μέχρι τα μπούνια. Κι εδώ θα συμφωνήσω διαφωνώντας με τον εαυτό μου, πηδώντας άντρες και γυναίκες με μιαν άγαρμπη, εγελιανή σύνθεση. Γιατί το ζήτημα δεν είναι ν' απελευθερώσουμε τη γυναίκα απ' τον άντρα ή τη μασχάλη απ' τ' αποσμητικό, παρά ν' απελευθερώσουμε τη γυναίκα απ' τη Γυναίκα κι απ' οποιονδήποτε, τέλος πάντων, έχει προκαθορίσει το περιεχόμενο του όρου : από την ιστορία, τους άντρες, την lqbtq+ κοινότητα ή τον Κωνσταντίνο Καραμανλή. Το ζήτημα δεν έχει να κάνει με το πλάσμα, που λέγεται γυναίκα ή Μπάμπης, αλλά με το δικαίωμα της κάθε ύπαρξης στο θαύμα, που υλοποιείται από τη μοναδικότητα του καθενός. Κάτω από αυτή τη λογική, το θέμα αποκτά ασύλληπτες διαστάσεις, που ξεπερνούν την απλή τρίχα κάγκελο : διαστάσεις πολιτικής ισότητας, κοινωνικής ισότητας, υπαρκτικής ισότητας, κουτουλουπού. Αφορά τους άντρες εξίσου με τις γυναίκες, όσο αφορά επιπλέον τους ομοφυλόφυλους, τους τραβεστί, τους πωλητές ξηρών καρπών έξω απ' τα γήπεδα, τους πρόσφυγες, τις ρέγκες και τους ποιητές.

Κάτω απ' αυτή τη λογική, το πρόβλημα των γυναικών με τη στάση της κοινωνίας, απέναντι στις μασχάλες τους, δεν είναι παρά η κορυφή του παγόβουνου και δεν είναι περισσότερο ενοχλητική από εκείνη του υπαλλήλου τράπεζας, που πρέπει να ξυρίζεται καθημερινά. Η δυσθυμία ετούτη μοιάζει να τρέφεται περισσότερο, από τον ίδιο ναρκισσισμό και το γινάτι με τ' οποίο ξυρίζονται οι γάμπες, παρά από τη στόφα της αληθινής εξέγερσης. Ο καλόπιστος θεατής ή αναγνώστης-στρια έχει κάθε λόγο να γελά με την καρδιά του - και πάντα με συμπάθεια - απέναντι σ' αυτά τα κορίτσια, όταν σκέφτεται ότι εδώ ο κόσμος χάνεται και το μουνί χτενίζεται. Και το λέω, επίτηδες, έτσι χοντρά, γιατί είναι πια κουραστική ετούτη η πολιτική ορθότητα, που τα 'χει ανάγει όλα πια σε σεξισμό και φοβόμαστε μήπως παραμιλήσουμε. Αδιαφορώντας, κατά βάθος, για τον αληθινό σεξισμό, ο οποίος τελικά κρύβεται στις πράξεις.

Υπ' αυτή την έννοια οι μεγαλύτεροι σεξιστές - αν, δηλαδή, μπορούμε να βγάλουμε το σεξισμό και να τον μετρήσουμε - είναι οι ίδιες οι γυναίκες! Καθώς, όχι μόνο επιστρέφουν τις βολές εναντίον των αντρών - με το πλέον πρόσφορο, προς αυτές, όπλο : την ψυχολογία - αλλά συνάμα βάλλονται και μεταξύ τους. Ποιος είναι εκείνος που με την ξινίλα, τη στριμμάδα και τα συμπλέγματά του καθυποτάσσει και παραλύει τη γυναίκα ως άτομο, άλλος χειρότερος από καθαυτή τη γυναικεία «κοινότητα»; Ποιος είναι εκείνος που επιβάλλει μόδες, φτιασιδώματα, μπογιές και λάδια, ακτίνες λέιζερ κι ακτίνες UVA, τη σιλικόνη και το μπότοξ στον κώλο ή στον τράχηλο της κάθε πικραμένης; Ποιος είναι εκείνος, που ασχολείται πρωί, μεσημέρι και βράδυ, με κάθε πτυχή της εξωτερικής εμφάνισης ή μ' άλλα λόγια ποιος είναι εκείνος που ρίχνει όλο και περισσότερο λάδι στη φωτιά και στην πυρκαγιά πεύκα; Ποιος είναι ο μεγαλύτερος συκοφάντης της ραγάδας και της κυτταρίτιδας, της ρυτίδας, της πανάδας ή της άσπρης τρίχας; Ποιος προλαβαίνει να γελάσει πρώτος με την ξεχειλίζουσα κοιλούμπα, το απροσάρμοστο κολάν, τη ρίζα που φυτρώνει πεισματικά στα χρώματα της φύσης ή το νυχάκι που 'χει απομείνει ροζ, κατά πώς γεννήθηκε; Γελούν κι οι άντρες με πολλά από ετούτα, μα όχι από κακία : από απλή μαλακία. Ο άντρας γνωρίζει τη ντροπή της απόρριψης, πολύ καλύτερα, κι έτσι, κάθε φορά που με τη σειρά του απορρίπτει, βαθιά μέσα του νιώθει καλά το τσίμπημα της ενοχής, μέτρο της πράξης του. Ο χλευασμός του άντρα έχει όριο. Της γυναίκας η χλεύη, αντιθέτως, θα ροκανίσει κάθε ιερό και όσιο, μέχρι τελικής πτώσεως. Τούτες οι υπερβολές, φυσικά, κι οι γενικεύσεις δεν έχουν σκοπό να βοηθήσουν τη συζήτηση, ούτε να πούνε την αλήθεια. Θέλω μόνο να προκαλέσουν.

Η αλήθεια, θαρρώ, είναι πως η κοινωνία δεν είναι ανδροκρατούμενη, υπό την έννοια ότι άρχουν οι άντρες, παρά πως έχει καθιερωθεί μια συγκεκριμένου, εξουσιαστικού τύπου νοοτροπία - καθώς κι οι αντίστοιχες δομές - οι οποίες έχουν ιστορικά συνδεθεί με τους άντρες, αλλά στην πραγματικότητα έχουν σχέση περισσότερο με την εξουσία και την υποταγή, παρά με το φύλο. Μια χαρά έχουν ενδυθεί πλείστες εκπρόσωποι του γυναικείου πλήθυσμού τον «ανδρικό» ετούτο ρόλο και τον έχουν φέρει εις πέρας, με τον πλέον άρτιο τρόπο. Γι' αυτό γελώ - μάλλον με πίκρα - όποτε ακούω να εκτοξεύεται η ανώδυνη ατάκα πως αν διοικούσαν οι γυναίκες θα 'ταν ο κόσμος μας καλύτερος. Πούτσες μπλε θα 'ταν. Γιατί ετούτες οι δομές της καταπίεσης (που τις λέμε άλλοτε Αγορά και Καπιταλισμό κι άλλοτε Ολοκληρωτισμό και Ιμπεριαλισμό - συντομότερα : θάνατο και ηδονή) έχουνε διαβρώσει τον εσωτερικό κόσμο των ανθρώπων πολύ βαθύτερα, από την τρίχα, κι ανεξαιρέτως φύλου ή ράτσας. Ώστε υπεύθυνοι - πέραν δηλαδή απ' όσους άμεσα εγκληματούν - δεν υπάρχουν, υπό την έννοια να βρούμε κάποιον να δικάσουμε. Εξίσου υπεύθυνοι οι άντρες κι εξίσου οι γυναίκες, τόσο για 'κείνες τις αδικίες που διαπράττουμε καθημερινά με τους λόγους και την ανοησία μας, μα πολύ περισσότερο για 'κείνες που διαπράττουμε με τη σιωπή και τη μικρότητά μας.

Tuesday, December 11, 2018

Ωριμότης μηδέν ...

Σήμερα, θα θίξουμε ένα ζήτημα, από τα πλέον φλέγοντα, επειδή και καθόσον έχει γαλουχήσει γενεές επί γενεών και στον αιώνα των αιώνων, αμήν. Θ' αποτίσουμε φόρο τιμής στους εμπνευστές των Myth Busters, αποκαθηλώνοντας κι εμείς ένα σύγχρονο μύθο, με τον οποίο μας τα 'χουν πρήξει, όσο τουλάχιστον θυμόμαστε τους εαυτούς μας. Η συνομωσία ετούτη έχει στιγματίσει τ' αγόρια, από την εποχή που ανακάλυψαν το τσουτσούνι και τόσο βαθιά, ώστε όποτε την ανακαλώ στη μνήμη μου - παρότι πλέον ολόκληρος άντρας - γίνομαι και πάλι ο επαναστατημένος έφηβος, που ρέπει προς τον Παναθηναϊκό και τα γαμοσταυρίδια. Η ψυχική υγεία εκατομμυρίων αντρών, από προ-πάππου μέχρι δισέγγονο, έχει δυστυχώς ζημιωθεί ανεπανόρθωτα κι η πλειοψηφία των αντρών έχει υποκύψει ηττημένη - αν όχι ντροπιασμένη. Φαίνεται πως οι συγκαιρινοί μου έχουν αφομοιώσει την απάτη του αιώνα, ωσάν να ήταν ο Μονόλογος του Μωϋσή και πορεύονται, παραλλήλως και σε συμφωνία. Οι πιο αδύναμοι από μας - δηλαδή, σχεδόν όλοι εκτός από μένα - έχουν καταπιεί αμάσητη την καραμέλα της πιο εξόφθαλμης πλεκτάνης, που στήθηκε ποτέ στη μάχη των φύλων, και τη χωνεύουν αδιαμαρτύρητα, δίχως καούρες και κλανίδια. Έχοντας μοναδική εγγύηση (τι άλλο, παρά) την πλύση εγκεφάλου των μαμάδων, οι οποίες από την τρυφερή ηλικία της ανθούσας μαλακίας επιφέρουν ανηλεείς ευνουχισμούς, στους κανακάρηδές τους.

Ο λόγος; μα τι άλλο, από την ανεκδιήγητη ατάκα, πως οι γυναίκες - λέει - ωριμάζουν ... νωρίτερα (sic, αν όχι sick)!!! Αχαχαχαχαχαχαχαχαχα!!! Χίλια συγγνώμη, να το ξαναγράψω : ΑΧΑΧΑΧΑΧΑΧΑΧΑΧΑΧΑΧΑ!!! Ακατάσχετοι ποταμοί (χλευαστικών) δακρύων κυλούν, από τα μάτια μου, και μόνο στη σκέψη, της σκέψης να σκεφτώ να μιλήσω για το ζήτημα. Πρόκειται για το πιο διαδεδομένο ψέμα, στη σύγχρονη ιστορία των φύλων, και είναι απορίας άξιο πώς στα κομμάτια κανείς δεν αντιδρά με τη δέουσα απαξίωση, τη στιγμή που οι ενδείξεις είναι τόσο εξόφθαλμες, ώστε μόνο δυο μάτια δεν αρκούν να τις χωρέσουν. Η ατάκα ετούτη δεν έχει τόσο μεγάλη πέραση στις μικρότερες ηλικίες, καθότι στην περίοδο αυτή ο ευνουχισμός των αγοριών επιτυγχάνεται με περισσότερο υπόγειους τρόπους. Μ' άλλα λόγια, τουλάχιστον επιφανειακά, τ' αγόρια νιώθουν ακόμη ισοδύναμα με τα κορίτσα κι αυτές οι αηδίες, από τη μία μπαίνουν κι από την άλλη βγαίνουν. Όσο περνάς, ωστόσο, κι απομακρύνεσαι απ' τα τριάντα, συναντάς όλο και περισσότερες γυναίκες, οι οποίες την έχουν ψιλιαστεί τη δουλειά. Έχουν καταλάβει, δηλαδή, πόσο φλούφληδες είναι οι άντρες, ψυχολογικά και ψυχιατρικά, και παίρνουν το αίμα τους πίσω με το λίτρο. Τούτο σημαίνει πως αντί να βοηθήσουν και τους άντρες να ωριμάσουν, τους κόβουν κι εκείνο το ποδάρι με τ' οποίο, τουλάχιστον, κουτσαίνουν. Και μάλιστα με τέτοια απαράμιλλη, συναισθηματική χειρουργική, π' ούτε να το 'χανε σπουδάσει.

Αυτές οι τόσο  «ώριμες» γυναίκες, που κουβεντιάζουν μεταξύ τους σοβαρά και πομπωδώς, για τούτη την τρανή αλήθεια, δεν είναι άλλες από τις συνήθεις ύποπτους : μαμάδες με μαμάδες, μαμάδες με γιαγιάδες, μαμάδες με δασκάλες, μαμάδες με κομμώτριες και πάει λέγοντας. Είναι η φοβερή και τρομερή εικοσαετία της γυναίκας : από 30 μέχρι 50, τότε που νομίζουν πως τα ξέρουν όλα! Τότε που περνιούνται και για γαμώ τις ώριμες, τις έμπειρες και τις κατασταλλαγμένες. Στις ηλικίες αυτές, οι γυναίκες με το μισό ύφος σου μιλούν για να σου πουν ό,τι έχουν, τέλος πάντων, να σου πουν, μα με τ' άλλο μισό υπονοούν. Υπονοούν όχι καμιά βαθιά αλληγορία, αλλά συνήθως τα εξής δύο : πρώτον, ότι μιλούν με πολύ σοβαρές κουβέντες και είναι όλα ετούτα, που ξεστομίζουν, απείρως δουλεμένα και ψαγμένα, και δεύτερον, ότι δε μασάει η κατσίκα ταραμά κι ότι δεν πιάνεται εύκολα κορόιδο, μια γυναίκα τόσο χειραφετημένη. Το νόημα, άμα το συμπυκνώσεις, είναι εφάμιλλο των ανθρώπων που ακουμπούν το χέρι τους στον ώμο σου και γνέφουν, συγκαταβατικά και με βλέφαρο μισάνοιχτο : «άσε, άσε! ξέρω εγώ!». Εννοείται, βεβαίως, πως είμαι κι εγώ, εξίσου, υπόλογος για τούτες τις σαθρές, πρόστυχες γενικεύσεις. Αλλά πώς να το κάνουμε; εξυπηρετούν περισσότερο τη χαρά της ειρωνίας και σπάνια τα πραγματικά μου πιστεύω.

Μην τα πολυλογώ, είχα πολύ καιρό προβληματιστεί με τούτη τη μπαρούφα, γιατί έτσι το 'χω κουσούρι, πάντα να προβληματίζομαι με οτιδήποτε δε μου στέκεται καλά στη διαίσθηση, όμως δεν έχω ακόμα σχηματίσει επαρκή επιχειρηματολογία. Έτσι κάποτε, πριν καιρό, μου ήρθε επιτέλους η επιφοίτηση. Αυτό είναι, λέω στον εαυτό μου : τα κορίτσια, σε καμία περίπτωση, δεν ωριμάζουν νωρίτερα απ' τους υπόλοιπους ανθρώπους, τα ζώα, τις αιμορροΐδες ή το Jack Daniels, μα ωριμάζουν με τον ίδιο ρυθμό, που ωριμάζουν όλα. Εκείνο, ωστόσο, που καταφέρνουν νωρίτερα και δίνει την ψευδαίσθηση της ωρίμανσης δεν είναι άλλο, απ' το να προσεταιρίζονται και ν' αφομοιώνουν ταχύτερα τις κοινωνικές νόρμες και τους καθωσπρεπισμούς. Φέρονται, δηλαδή, σα να 'ταν στ' αλήθεια σοβαρές, μα στην πραγματικότητα δε ζητούν παρά την κοινωνική καταξίωση ως ισότιμες. Κι επειδή η κοινωνία είναι εν γένει για το μπούτσο, ομοίως για το μπούτσο καταλήγουν κι αυτές.

Αυτό είναι όλο κι όλο, για το οποίο γίνεται τόσος ντόρος. Αν υπάρχει, τώρα, κανείς που εκλαμβάνει για σημάδι ωριμότητας, μια μαϊμού εκπαιδευμένη να ξεφλουδίζει μπανάνες με το μαχαιροπήρουνο, ε τότε πάω πάσο. Παρατήστε με εδώ στην ησυχία μου, να παίζω το πουλάκι, μόνος μου. Αλλά, το να ντύνεσαι μεγαλίστικα και να γιομίζεις τη μούρη σου σοβάδες, τούτο δεν είναι ωριμότητα, θα το λέω και θα το φωνάζω, δεν πα' να σβήνετε αναμμένα τσιγάρα στα τριχωτά μου στήθη. Δεν είναι περισσότερο ώριμο, απ' το να περάσει κανείς αστάρι και κόκκινη λαδομπογιά μιαν άγουρη ντομάτα. Τα φορέματα, τα κουνήματα, οι γόβες της μαμάς κι οι μεγαλίστικες ατάκες, που κάνουν τις θείτσες να λιγώνονται στα γέλια, είναι μια τραγελαφική παπαγαλία και καρνάβαλος του κερατά. Δεν έχει καμία, απολύτως, διαφορά με τ' αγοράκι που ντύνεται σπάιντερμαν - μόνο το πρότυπο αλλάζει. Αντί, λοιπόν, να λήξει άδοξα, ετούτο το καραγκιοζιλίκι, μ' ένα ηχηρό σκαμπίλι, τέτοιο που να στείλει τη μικρή σκατούλα αδιάβαστη και το κραγιόν της μετέωρο, όπως στα καρτούν της Warner Bros, η φλόγα της παιδικής μίμησης αφήνεται ανέμελα να φουντώσει και να γίνει λαίλαπα μαλακίας.

( Προσοχή! Ενημερώνουμε το κοινό πως ουδεμία κακομεταχείρηση έλαβε χώρα, σε παιδί, ζώο ή ουίσκι, με στόχο τη συγγραφή αυτού του άρθρου. )

Μα ξεκινήσαμε να κουβεντιάζουμε, δίχως να 'χουμε καλά-καλά ξεκαθαρίσει τι εννοούμε με τη λέξη ωριμότητα. Μην είν' οι κάμποι, τα βουνά, μην είναι τα λαγκάδια; Μην εννοούμε το σωματικό γίνωμα, μην εννοούμε τους «καλούς τρόπους» ή μήπως εννοούμε την πραγματική εκείνη, εσωτερική σύνεση και ψυχραιμία των ανθρώπων, που δεν κλέβουν στο ζύγι κι αναλαμβάνουν τις ευθύνες τους; Ρητορικό το ερώτημα και προχωρούμε.

Λέμε, συχνά, για τα μικρά κορίτσια, άμα και ξεπεταχτεί λίγο το βυζάκι τους, πως γίνηκαν πια ολόκληρες κοπέλες. Γιατί το βυζί άμα φαίνεται φαίνεται. Αλλά για το τσουτσούνι δε γίνεται κουβέντα, παραδόξως πώς. Τσιμουδιά, για την ψωλή που 'χει να δει το φως της ημέρας, από την τελευταία φορά που την έκανε μπάνιο η μαμά της κι ασφυκτιά, παλλόμενη μεσ' το εσώρουχο. Ρώτησε ποτέ κανείς το μπόμπιρα του γυμνασίου, αν μάκρυνε και πόσο το πουλί του, να δούμε αν έγινε και τούτος άντρας εφάμιλλος σ' ορμόνες με τις συνομίληκές του; Αμ τ' άλλο, που το βάζεις; που 'χουμε εκθειάσει πια την έλευση της περιόδου για ορόσημο, κατ' αποκλειστικότητα; Λες κι οι όρχεις δε μεστώνουν και δε βαραίνουν από την περίσσεια της γενετικής ορμής και της μετάλλαξης. Ή να μιλήσουμε για τρίχες, να γελάσει και το παρδαλό κατσίκι; Άμα δεν έσκαβε η κοινωνία το τρυπάκι, ν' αποτριχώνονται και να ξουρίζονται οι κοπέλες από το πρώτο χνούδι, να δούμε ποιος θα 'τρωγε τα μουστάκια ποιου, στα άγουρα εκείνα φιλιά της εφηβείας. Τέλος πάντων, δυο μέτρα και δυο σταθμά. Κουβέντα να γίνεται και ντόρος. Μα κατά πώς φαίνεται, με λίγη ψυχραιμία και με τα έξτρα πατσουλιά στην άκρη, αγόρια και κορίτσια (αν ωριμάζουν) ωριμάζουν παράλληλα και - αν δεν υπάρχει ιδιαίτερη ιατρική ένσταση - ανάλογες σωματικές αλλαγές ταλανίζουν τη διαμόρφωση και των δυονών. Κι επειδή κανείς δεν έζησε κι ως άντρας κι ως γυναίκα, ούτε ταυτόχρονα, ούτε και διαδοχικά, επομένως κανείς δεν έχει και τη δικαιοδοσία να προβαίνει σε συγκρίσεις του ποδαριού και να το παίζει γκουρού και πασταφλώρας, ποιον τον βαρά η ορμόνη περισσότερο. Θα όφειλαν, με άλλα λόγια και οι γυναίκες να σέβονται την αντρική κυκλοθυμία, ορμονική, ποδοσφαιρική ή άλλη, με την ίδια πληρότητα που απαιτούν από εμάς να σεβόμαστε τους θηλυκούς σεληνιασμούς.

Επειδή, λοιπόν, από το σώμα δε βγαίνει η άκρη εύκολα, ποιος έχει το προβάδισμα, κάτσε να πιάσουμε τη συμπεριφορά, μήπως 'κει δούμε το φως το αληθινό. Λες, ρε φίλε, τα κορίτσια να ωριμάζουν πιο γρήγορα ως χαρακτήρες και ως προσωπικότητες; Για να δούμε! Μήπως, να πούμε, καπνίζουν οι έφηβες λιγότερο απ' τους εφήβους; Θα 'ταν αυτό - πες - ένα σημάδι συγκριτικής ωριμότητας. Μήπως αρνούνται ν' ανέβουν δίχως κράνος, στη δίτροχη, θανατική καταδίκη, με την οποία τραβάει σούζες ο αλήτης της παρέας; Να ΄λεγα, τότε, ορίστε : οποία ωριμότητης! Μήνα παρασύρονται λιγότερο στους πειρασμούς της αλκοόλης, της χασίσας και λοιπών ψυχοτρόπων; Αλήθεια; σε ποιο σχολείο; Μήπως, πάλι, είναι περισσότερο συνεπείς στις οικιακές ευθύνες, από τους δήθεν ανώριμους συνομιλήκους τους; Ποιος το 'δε τούτο, να μου το πει κι εμένα; Μην είναι σεξουαλικά περισσότερο απελευθερωμένες - υπό την έννοια πως έχουν ξεπεράσει την ταμπέλα της «πουτάνας» και της «εύκολης», τόσο προς συμμαθήτριες, όσο προς εαυτούς; Για τον πούτσο καβάλα, μα μεταφορικά. Εξίσου πρόστυχες και πεινασμένες με τ' αγόρια, μα πιότερο δήθεν και καθωσπρέπει. Μήπως, από την άλλη, κερδίζουν αλλού;. Μήπως είναι δηλαδή λιγότερο ρατσίστριες, λιγότερο μισαλλόδοξες, λιγότερο προκατειλημμένες στις σηνηθισμένες διχόνοιες της μικρομεσαίας μπίχλας; Μα τι λέμε τώρα; στον ίδιο κόσμο ζούμε ή προχθές γνωριστήκαμε; Τα ίδια σκατά, όπου και να κοιτάξεις, σε φάτσες με κραγιόν ή σε φάτσες με σπυριά και μουστάκια.

Μ' ας αφήσουμε τη συγκριτική ψυχολογία, να την πιάσουμε εξειδικευμένα. Μήπως τα κορίτσια ωριμάζουν ταχύτερα, όχι σε σχέση με τ' αγόρια, αλλά σ' εκείνα τα ιδιαίτερα, κοινωνικά χαρακτηριστικά, που η παράδοση καταλογίζει στο φύλο τους; Μήπως, δηλαδή, πέφτουν λιγότερο θύματα στη μόδα, στα πρότυπα ομορφιάς, στον καταναλωτισμό, στο χρήμα, στην καριέρα; Δεν περιμένω απάντηση, φυσικά, και δίνω γκάζι. Μήπως, να πούμε, χρησιμοποιούν το γαμημένο κινητό με περισσότερη εγκράτεια και μέτρο; Μήπως δε στήνονται στην ουρά για ν' αγοράσουν το τελευταίο μοντέλο τηλεφωνικής εξαπάτησης, αλλά αρκούνται στη ντεμοντέ λειτουργική τους συσκευή; Μήπως, ακόμα και ως γυναίκες, μεγαλωμένες με τα καλύτερα λάδια κι ωριμασμένες στις ευνοϊκότερες συνθήκες, οδηγούν έχοντας το νου τους στο τιμόνι και το δρόμο, αντί στις αναπάντητες κλήσεις και τις αλλεπάλληλες - παντελώς άχρηστες κι ανούσιες - ντουζίνες ειδοποιήσεων;; Μήπως μπαίνουν στα σουπερμάρκετς ή στους Κωτσόβολους (και συγγνώμη για το διαφημιστικό μήνυμα) για να ψωνίσουν εκείνα ακριβώς, που χρειάζονται, αποδείχνοντας σύνεση και μετρημένο χαρακτήρα; Μήπως φανερώνουν μια κάποια χόρταση στα τριάντα ζεύγη παπουτσιών, που ασφυκτιούν στις παπουτσοθήκες, κι επιδεικνύουν μια σχετική αντίσταση στο τριακοστό-πρώτο;; Μήπως διακρίνουν με κάποια έμφυτη διαίσθηση, τη χρυσή εκείνη τομή της ψιμυθίωσης, μεταξύ ανάδειξης των χαρακτηριστικών απο τη μία και του απόλυτου καρνάβαλου από την άλλη; Μήπως, ακόμα-ακόμα, ως γονείς και κηδεμόνες τιμούν το μεγάλο εκείνο παραμύθι του μητρικού ενστίκτου, φανερώνοντας εξαιρετική καλλιέργεια καρδιάς και τη χιλιοτραγουδισμένη υπομονή κι αυτοθυσία της μάνας;;

Η λίστα ετούτη θα μπορούσε να συνεχιστεί, γεμίζοντας τη μία παράγραφο πίσω απ' την άλλη και τον ένα τόμο στο κατόπι του προηγούμενου, δίχως σταματημό και στέρεμα της φαντασίας και των απτών, καθημερινών, αντι-παραδειγμάτων. Πού διάολο κρύβεται αυτή η πολυθρύλητη γυναικεία ωριμότητα ή, έστω, ταχύτερη ωρίμανση;; Σε ένα και μόνο ένα, όπως και το προείπα : οι γυναίκες γίνονται μονόχνωτες νωρίτερα. Ντύνονται σα κυρίες, βάφονται, μιλούν με το «σεις» και με το «σας» (μπροστά στον κόσμο, πάντα), είναι μια μικρή σταλίτσα πιο συνεπείς στις σχολικές υποχρεώσεις και δεν κάνουν, εύκολα, τους καραγκιόζηδες στην τάξη ή αλλού, γιατί έχουν μάθει να είναι «αξιοπρεπείς», «δεσποινίδες» και άλλες, όμοιες, κοινωνικές διάρροιες. Αυτά. Τίποτε περισσότερο και τίποτε λιγότερο.

Ετούτη η παραμύθα και η φιλοσοφία του καμπινέ, χρειάζεται κάποτε να τελειώνει. Όπως και κάθε προκατάληψη, όχι μόνο δε βοηθάει κανέναν, αλλ' αντιθέτως τους πάντες εμποδίζει : άνδρες, γυναίκες, lgbtq+ ή εξωγήινους. Οι άνθρωποι δεν ωριμάζουν ούτε σε σε σωματικές ομάδες, ούτε σε κοινωνικές ομάδες, ούτε σε φυλετικές ή άλλες. Οι άνθρωποι δε μεστώνουν σαν τα σταφύλια σε τσαμπιά, ούτε στα ισχθυοτροφεία σε κοπάδια. Δεν ωριμάζει η καρδιά μαζί με το βυζί, ούτε το μυαλό μαζί με την ψωλή. Οι άνθρωποι ωριμάζουν μέσα από την τριβή τους με τις συνθήκες και τις σχέσεις κι όχι απ' την τριβή με το εσώρουχο. Υπάρχουν παιδιά που 'χουνε ζήσει τρεις ζωές και πενηντάρηδες, π' ακόμα παλεύουν με τη μία. Υπάρχουν κορίτσια, που δε θα τους εμπιστευόσουν ούτε χρυσόψαρο κι αγόρια, που 'χουν ευθύνες ενός νοικοκυριού. Όχι γιατί 'ναι αγόρια τα δεύτερα, ούτε κορίτσια τα πρώτα. Απλά, γιατί 'ναι αυτοί που είναι. Άνθρωποι, συνειδητοί και όντες ή ανεύθυνοι και ανεπαίσθητοι. Υπάρχουν άνθρωποι, που φέρονται και άγονται ως αθύρματα της γλυκιάς αύρας κι άλλοι π' ανάβουν το τσιγάρο τους μ' εννιά μποφόρ και βγαίνουνε περίπατο. Υπάρχουν εκείνοι, που προσεγγίζουν τ' άγνωστο πρόσωπο σαν μια υπέροχη υπόσχεση κι έναν κανούργιο κόσμο, κι άλλοι που προδικάζουν τ' αποτέλεσμα απ' τ' ωροσκόπιο κι από τον καζαμία, απ' το βυζί ή απ' το φρύδι, από τον κώλο ή απ' την τρίχα στη μασχάλη. Χωρίζουμε και διαιρούμε ετούτους τους θαυμάσιους ανθρώπους, με τους οποίους μας έλαχε να μοιραστούμε τη σύντομη σκατοζωή μας, σε κουτάκια και σε κατηγορίες προτηγανισμένες, μόνο και μόνο για να μεταμφιέσουμε την πρόστυχη δειλία μας, απέναντι στην αληθινή ζωή και το καινούργιο. Το παίζουμε θυμόσοφοι με παροιμίες και άλλα γλειφιτζούρια, ώστε να γλυκάνουμε τις βαριές συναισθηματικές μας ανασφάλειες, πίσω από τις κουρελούδες του φύλου, της ράτσας, της καριέρας, της κοινωνικής θέσης.

Και λέω : ευτυχώς! Ευτυχώς, που τα κορίτσια δεν ωριμάζουν γρηγορότερα, ούτε στα σοβαρά, ούτε στ' αστεία. Μα ούτε και τ' αγόρια, ούτε κανείς. Γιατί τούτο θα σήμαινε πως η ωρίμανση δωρίζεται από κάποιον παράγοντα τυχαίο - όπως το φύλο - κι είναι μια εύνοια χαρισμένη - και ως εκ τούτου άδικη. Μια εύνοια ξένη, προς αυτόν που την κερδίζει, κι άσχετη με την ποιότητά του. Αντίθετα, έχουν όλοι το ίδιο δικαίωμα στην ωριμότητα, μέχρι κι οι Πακιστανοί κι οι Γύφτισσες, καθείς κατά το μέτρο του ως άνθρωπος κι όχι κατά το φύλο του ή τη φυλή του. Θα 'λεγε κανείς, η αρετή ετούτη κατακτάται, με ίσες ποσότητες αίματος και χρόνου, για όσους έχουν τέλος πάντων τη χάρη και την πολυτέλεια του τελευταίου. Μ' ακόμα ορθότερα, θα 'λεγα, δεν είναι ούτε κατάκτηση : ωριμότητα είναι εκείνο το ακούραστο γίγνεσθαι του ανθρώπου, που δεν σαπίζει στην άκρη σα ξύλο απελέκητο, μα μπολιάζεται κι ανθίζει διαρκώς. Μεταπλάθει του χυμούς, π' αντλεί με μόχθο από το χώμα, σε ζωή εκ νέου. Σα να λέμε, όχι ο άνθρωπος που ψάχνει να στεριώσει μέσα στη μοίρα του, μα εκείνος που γυρεύει να θεριέψει τη φύση του, όσο δεν παίρνει.

Τι σχέση έχουν όλα ετούτα με το φύλο;

Wednesday, May 16, 2018

Όπου η μαλακία πάει σύννεφο (μακάρι) ... [ Μέρος Β΄ ]

Νούμερο  6
«Οι γυναίκες που συνδυάζουν πράγματα, έχουν συχνότερους οργασμούς»

Σα να λέμε με απλά λόγια: μην είσαι μωρή, τελείως, βόδι στο κρεβάτι! Μην ανοίγεις απλά τα πόδια, σα να δούλευες Γραφείο Τελετών, περιμένοντας πότε να μπει κανας πελάτης. Κυνήγα το λιγάκι, άπλωσε λίγο τα χέρια, βγάλε λίγο τη γλώσσα, βάλε τη φαντασία σου να δουλέψει. Απόλαυσε, στην τελική, την ύπαρξή σου στην ολότητά της, δίχως κωλύματα και μυξοπαρθενιές. Βέβαια, είναι μια μάταιη συμβουλή ετούτη. Όσοι γουστάρουν και καυλώνουν, πραγματικά, δεν περιμένουν από παρόμοια άρθρα του κώλου να τους πουν πότε και πώς να πειραματίζονται. Απλά το κάνουν. Από την άλλη, άμα δεν το 'χει η γκλάβα σου και χάσκεις σαν ανθοδοχείο, πάνω στη σιφονιέρα, ό,τι και να σου πει ο άλλος, ανθοδοχείο θα μείνεις. Θα μου πεις εγώ έτσι γουστάρω να στέκομαι, σα ντιβανοκασέλα, λογαριασμό θα σου δώσω; Έτσι εκφράζεται η σεξουαλικότητά μου και δε γουστάρω να κάνω ούτε καινούργια πράματα, ούτε δύο ή τρία ταυτόχρονα. Εγώ, προσωπικά, χέστηκα για το πώς τη βρίσκει καθεμιά και καθένας σας, αλλά μη σου φταίει μετά ο «πονοκέφαλος», άμα δεν κλιμακώνεις της προκοπής.

Πάντως, το πιο συχνά, όλες ετούτες οι «δυσλειτουργίες» δεν οφείλονται, όπως επίπεδα και μονοδιάστατα, βάλθηκε να μας πείσει η αρθρογράφος σ' αυτή τη σωρεία από χαζο-λεπτομέρειες, αλλά κυρίως στη σχέση και την επικοινωνία μεταξύ των ερωτικών παρτενέρ. Τι να σου κάνει το σημείο G, η εμπειρία κι οι συνδυασμοί, άμα οι δυο σύντροφοι φορτώνουν ένας στον άλλον τα συμπλέγματα και τις αποτυχίες τους, αντί να επιτυγχάνουν ή να αποτυγχάνουν αγκαλιασμένοι και σκεπασμένοι μ' ένα σεντόνι αγάπης; Τι να σου κάνει πουλί και δάχτυλο, συνάμα και το στόμα, αν η σκορδοκαΐλα σου είναι να χύσεις κι όχι να περάσεις όμορφα και ξένοιαστα με τον άνθρωπό σου, όποιος κι αν είναι αυτός, μόνιμος ή περιστασιακός; Τι να σου κάνουν οι φιλοσοφίες και οι συμβουλές, άμα η πράξη τελειώνει με ξυνισμένη μούρη και συνοφρυώσεις;

Δυστυχώς και στην τελική, είναι ευκολότερο να ψάξουμε για καινούργιον άνθρωπο, τέτοιον που να (ελπίζουμε ότι θα) ταιριάζει στη σεξουαλικότητά μας, παρά να δουλέψουμε τη σεξουαλικότητά μας συντροφιά με τον άνθρωπο, που μοιραζόμαστε ήδη το κρεβάτι. Το τελευταίο θ' απαιτούσε υπομονή και σεβασμό κι ετούτα είναι αρετές, που σπάνιζαν και σπανίζουν, είτε με τα σώματα γυμνά, είτε με ρούχα.

Νούμερο 7
«Η αυτο-εκτίμηση επηρεάζει την ποιότητα των οργασμών»

Εντάξει, λέει και σωστά πράγματα το άρθρο, μάλλον κατά λάθος. Εννοείται πως αν δεν αγαπάς τον εαυτό σου, το σώμα σου, δε νιώθεις οικεία με τις ιδιαιτερότητες και τρυφερότητα για τις ατέλειές σου, τι να σου κάνει ο σεξολόγος; Θα πηδιέσαι με τα φώτα σβηστά και τα εσώρουχα, όπως στις καθωσπρέπει ταινίες του χόλιγουντ, όπου μπορεί να χάνεις το μέτρημα στους φόνους και τους διαμελισμούς, αλλά άμα φανεί μισή ρώγα ή δεξί αρχίδι, θα σε πάρει ο διάολος και θα στο κλείσουνε το στούντιο οι πουριτανοί. Τέλος πάντων, αυτά. Το σεξ το χαίρονται οι άνθρωποι, που χαίρονται τους εαυτούς τους. Διαφορετικά, μήτε η μαλακία δεν τους πετυχαίνει.

Νούμερο 8
«Υπάρχει μια οργασμική απόκλιση (gap)»

Εδώ το άρθρο - κυρίως γιατί έχει γραφτεί στο πόδι, όπως το 90% των άρθρων  - αδυνατεί να μας διευκρινήσει αν η απόκλιση αυτή αφορά στις πραγματικές διαφορές μεταξύ αντρικού και γυναικείου οργασμού ή στις εντυπώσεις που έχει ο καθένας για τον οργασμό του άλλου, πράγματα διόλου αυτονόητα, αν όχι και αντιφατικά, καθώς οι εύκολες ερμηνείες δίνουν και παίρνουν, δημιουργώντας περισσότερη σύγχυση παρά καλό. Ο άντρας δε μπορεί (λέει η λαϊκή κουλτούρα, όχι το άρθρο) ούτε να κρύψει, ούτε να προσποιηθεί τον οργασμό του. Ε και; Κι η ντομάτα είναι κόκκινη, μα δε σημαίνει ότι ντρέπεται. Είναι μεγάλο λάθος, να το δέσουμε: επειδή ο άλλος χύνει δε σημαίνει, κιόλας, ότι το φχαριστήθηκε. Όπως μεγάλο λάθος θεωρώ κι αντίστροφα, όταν δε χύνει μια γυναίκα, να νομίζουμε ή να νομίζει ότι δεν απόλαυσε το παραμικρό.

Το πραγματικό κενό ή χάσμα, εδώ, δεν είναι εκείνο των ποσοστών και των δηλώσεων, αλλά τελικά η αληθινή επικοινωνία μεταξύ των συντρόφων. Κι ούτε κατάλαβα ποτέ, ούτε και πρόκειται να καταλάβω, πως είναι δυνατόν να προσποιείται ο κόσμος, σε τόσο μεγάλο ποσοστό και δεν το εννοώ υποτιμητικά - αν και θα 'πρεπε. Πώς είναι δυνατόν να λες κάτι άλλο από αυτό που νιώθεις, να χύνεις δίχως να χύνεις, να κλιμακώνεις δίχως να κλιμακώνεις; Πώς είναι δυνατόν να κοιτά κανείς το σύντροφό του, αφήνοντάς τον να νομίζει πως όλα είναι τέλεια, μα ούτε καν; Φταίει ο έρωτας, φταίει η μαλακία που μας δέρνει; Από διακριτικότητα, μήπως θιχτεί ο αντρισμός του; Από κομπλεξισμό, μήπως μας πάρουν για τίποτα ανοργασμικές, λες κι είναι καμιά κατάρα; Η μαλακία των ανθρώπων πάει σύννεφο κι έχουν μπερδέψει τη βούρτσα, με το μπλακεντέκερ - με την πούτσα ούτε καν.

Υπάρχει διαφορά μεταξύ των οργασμών; Εννοείται. Κι ούτε καν μονάχα μεταξύ των δύο φύλων, μα και μεταξύ του ίδιου φύλου εξίσου. Η βιολογία, ο μηχανισμός ταιριάζουν, κι όμως η νευροφυσιολογία του κάθε ατόμου, το καθιστούν μοναδική περίπτωση, μπροστά στην οποία η ιατρική στατιστική απλά τραυλίζει. Αλλά κι αν υπάρχουν διαφορές, τι είναι εκείνο που τις καθιστά προβληματικές και τις καταδικάζει να ζούνε πίσω από το παραβάν, μέχρι τέλους; Τίποτα περισσότερο, από τους κομπλεξισμούς μας. Άμα δε χύνεις, δε χύνεις, τελείωσε. Κι άμα περνάς καλά, περνάς καλά. Συνδέονται τα προηγούμενα; Ενίοτε ναι, μα όχι απαραίτητα. Άμα θέλετε κανόνες και λύσεις πλαφόν στ' ανθρώπινα, να πάρετε να διαβάσετε τον Αστικό Κώδικα. Αλλά με τέτοια μυαλά, σχέση της προκοπής δεν πρόκειται να καταφέρετε, μία στο εκατομμύριο.

Νούμερο 9
«Σε σπάνιες περιπτώσεις, ο οργασμός μπορεί να προκληθεί δίχως διέγερση των γεννητικών οργάνων»

Οκ, σε σπάνιες περιπτώσεις κι απ' την κουράδα φυτρώνει παπαρούνα. Επίσης, συμβαίνει κατά κόρον κι επί βάσης καθημερινής, σε περίοδο Champions-League ή Μουντιάλ, αλλά μόνο στους άντρες. Για να μη μιλήσω για τους εκατοντάδες μαλάκες, που συναντούμε καθημερινά και μας γαμάνε τη ζωή, με τα χέρια τους σε πλήρη θέα - πάνω στο γραφείο μιας υπηρεσίας, πάνω στο τιμόνι ενός μικρού τανκ, που το λένε και SUV, πάνω στον πίνακα μια σχολικής τάξης και πάει λέγοντας. Αλλά με χέρια ή χωρίς, τι διάολο μας νοιάζουν εμάς όλα ετούτα; Με όλο το σεβασμό και την ειλικρίνεια, πραγματικά, χεστήκαμε. Η μία άχρηστη πληροφορία της εβδομάδας, μετά την άλλη.

Νούμερο 10
«Για τις περισσότερες γυναίκες, χρειάζεται λίγος χρόνος»

Άντε πάλι, ρε φίλε! Ειλικρινά, πείτε μου αν υπάρχει έστω κι ένας άνθρωπος - πέρα απ' τα 5χρονα και κάτω - που να μην ξέρει πόσο θέλει ο άντρας και πόσο η γυναίκα. Εκτός κι αν βλέπεις αμερικάνικη ταινία, που οργασμιούνται όλοι ταυτόχρονα. Και με τα ρούχα.

Αλλά οι κοινωνική προσφορά του άρθρου δε σταματά εκεί. Μήπως ο σύντροφός σας τελειώνει πιο γρήγορα; Ε μα τι λέμε τόσην ώρα; Στο κάτω-κάτω, αυτός είναι ο τίτλος! Ερχεται όμως, τώρα, η αρθρογράφος να μας προτείνει και τις σωστές τις λύσεις. Ναι! Και μάλιστα τσακ-μπαμ! Μέσα σε δυο σειρές. Δηλαδή, χρειάστηκαν 4,5 δισεκατομμύρια χρόνια, απ' τη γέννηση του ηλιακού μας συστήματος κι εκατομμύρια χρόνια εξέλιξης της ζωής, ως τα σήμερα, μέχρι να φτάσουμε σ' αυτό το πολύπλοκο βιολογικό στάδιο, με τις αναρίθμητες παραμέτρους: ορμονικές, νευρολογικές, ψυχολογικές, οικονομικο-κοινωνικές, ιστορικές κι ό,τι άλλο, κι όμως! η σοφολάγνα Sarah Jio, μέσα σε δυο σειρές ξεκλειδώνει τα μυστικά της φύσης: να του τον πιάνεις, λέει, και να του τον σφίγγεις. Και μπόλικη πνευματική εξάσκηση. Για παράδειγμα, άμα λύνεις σταυρόλεξα, κατά τη διάρκεια του σεξ, βοηθάει πολύ στην παράταση της πράξης. Επίσης κι η αποχή βοηθάει πολύ στην παράταση.

Τέλος πάντων, επειδή βαρέθηκα πια να γράφω και μου φαίνεται, να πούμε τώρα και μια καληνύχτα. Το περισπούδαστο άρθρο κλείνει ακριβώς όπως θα του ταίριαζε και ως του αξίζει: με μια αρνητική προτροπή, δηλαδή μια ένεση ανησυχίας, ώστε να μην μείνει κι η συντεχνία των φίλων ιατρών παραπονεμένη. Τι; Πρόωρη εκσπερμάτωση;; Ό,τι κι αν συμβαίνει, μια επίσκεψη στον κατάλληλο ειδικό θα σας πείσει. Με το αζημίωτο. Καλού κακού, ωστόσο, ρίξτε κι ένα ξεμάτιασμα.

Καλή τύχη, λοιπόν, σε όλες και σε όλους. Γιατί με τέτοια κουλτούρα, μόνο από τύχη θα σωθούμε.

Saturday, May 12, 2018

Όπου η μαλακία πάει σύννεφο (μακάρι) ... [ Μέρος Α΄ ]

'Νταξ, μπορεί ο τίτλος να 'ναι λίγο αποπροσανατολιστικός, καθώς δε θα μιλήσω για τη μαλακία καθαυτή, δηλαδή κατά κυριολεξία, αλλά μάλλον μεταφορικά. Αυτή η μεταφορική μαλακία, ωστόσο, είναι φυσικά η χειρότερη μορφή - ή για να 'μαστε δίκαιοι η μόνη κακή, καθώς η κανονική μαλακία εκτός ότι είναι του θεούλη, επιπλέον σώζει και ζωές. Δεν ξέρω για σας, εγώ πάντως έχω σωθεί. Στην προηγούμενη ανάρτηση, στο υστερόγραφο, είχα στριμώξει ένα σύνδεσμο, προς κάποιο από εκείνα τα άρθρα του συρμού για τα σεξουαλικά ζητήματα, γραμμένο δήθεν και καλά από τίποτα ειδικούς. Το άρθρο χαρακτηρίζεται απ' όλη εκείνη τη γλοιώδη εσάνς των άρθρων, που απευθύνονται σε γυναίκες των οποίων το μυαλό φτάνει μέχρι το κομμωτήριο. Οι γυναίκες αυτές δεν υπάρχει ελπίδα ν' αντιληφθούν ποτέ τα κοινωνικά ή οικογενειακά καρκινώματα, που υφέρπουν της γυναικείας σεξουαλικότητας κι ως εκ τούτου θεωρούν ότι το δικαίωμα στον οργασμό και στις 50 αποχρώσεις του γκρι, είναι η πανάκεια, που θα τις σώσει από τη μίζερη ανία τους.

Θα μου πεις, εγώ τώρα γιατί μιλάω; Έχω αιδείο και ξέρω; Άμα αποκτήσω αιδείο ν' αποκτήσω κι άποψη, αλλιώς ας σωπάσω για πάντα. Αν εξαιρέσουμε την πιθανότητα η πολλή αγαμία να 'χει ατροφήσει το πουλί μου τόσο, ώστε να θυμίζει περισσότερο κλειτορίδα παρά πέος, τότε σας ενημερώνω πως δεν πρόκειται να μιλήσω για το γυναικείο οργασμό ειδικά, παρά για τον κοινό μας παρονομαστή, δηλαδή τον αυνανισμό της αντίληψης. Τα άρθρα αυτού του τύπου αποτελούν υπόδειγμα ομοιοπαθητικής: αντιμετωπίζουν την ελαφρο-λαϊκή μαλακία, που δέρνει το μέσο εγκέφαλο, με περίσσοτερη ελαφρο-λαϊκότητα, μάλιστα με το μανδύα του επιστημονικού. Το συγκεκριμένο άρθρο φέρει τίτλο «10 πράγματα που δε γνωρίζετε για τους οργασμούς», αλλά αποτυγχάνει παταγωδώς να μας μιλήσει για τίποτα αληθινό και ουσιαστικό, δηλαδή κάτι που να ξεπερνάει το επίπεδο «Η Πέγκι Σου και το παπί της».

Νούμερο 1
«Ο οργασμός ανακουφίζει απ' τον πόνο»

Ένα σημαντικό πράγμα έχει να πει το άρθρο εδώ και του κάνει ντρίμπλα. Καθότι - το ξέρουν ως κι οι γαλοπούλες - ο πονοκέφαλος δεν ήταν ποτέ η αληθινή αιτία αποφυγής του σεξ. Τα πνιχτά γελάκια, που προκαλεί συνήθως η διάσημη κοινοτοπία, δεν υπονοούν άλλο τι, παρά τ' αληθινά προβλήματα που υπονομεύουν μια σχέση και σε καμία περίπτωση τη χρεία ασπιρίνης. Ευνόητα πράγματα και προχωρούμε.

Δεν υπάρχει πιο άχρηστη παρατήρηση! Οποιοσδήποτε άνθρωπος έχει κάνει σεξ έστω και μία φορά στη ζωή του, έχει συνειδητοποιήσει τις ευεργετικές του ιδιότητες, σε όλα τα επίπεδα κι όχι μόνο σε ότι αφορά το κεφάλι του ή άλλο μέλος του σώματος. Υπό την προϋπόθεση, φυσικά, ότι συνουσιάζεται απερίσπαστος και δεν εκτροχιάζεται το μυαλό του στην επόμενη δόση του δανείου, σε κανένα ή καμία πρώην ή σε κάποιο απ' τα 1.732 κόμπλεξ, με τα οποία είναι επιβαρυμένος κάθε σοβαρός και ώριμος ενήλικας. Νούμερο 1, λοιπόν : η άχρηστη πληροφορία της εβδομάδας. Έλα παππού να σου δείξω τ' αμπελοχώραφά σου.

Νούμερο 2
«Το προφυλακτικό δεν επηρεάζει την ποιότητα του οργασμού» 

Λες και δε μπορούν οι άνθρωποι να 'χουν ιδίαν άποψη, έρχεται ο κάθε εξυπναδόρος να μας κάνει διάλεξη για την ευαισθησία του νευρικού μας συστήματος. Ο καθένας νιώθει όπως νιώθει και δε θα του πει κανείς αν νιώθει καλύτερα με ή χωρίς προφυλακτικό. Εδώ, το άρθρο έχει ωστόσο ένα άλλοθι: προσπαθεί να προστατεύσει τους ανθρώπους από τις ασύδοτες αρβύλες, που κυκλοφορούν στα καφενεία και στην τηλεόραση. Σε μια κοινωνία που ο φαλλός λύνει και δένει, σιγά μην ξεκουνηθεί ο άνδρας ο πολλά-βαρύς να τρέξει να βρει προφυλακτικό ή να 'χει προνοήσει. Αντ' αυτού, είναι τρελά συμφέρον να το χώνει όπου βρίσκει και να πετάει το μπαλάκι στη σύντροφό του, ότι μ' αυτές τις απαιτήσεις του χαλάει την... αίσθηση. Και πιάνει κι η άλλη η μαλάκω την καραμέλα - είναι που ωριμάζουν οι γυναίκες νωρίτερα, μη χέσω - κι αναπαράγει ετούτη την ασυναρτησία όχι μόνο στις φίλες της, που θα 'ταν το λιγότερο, αλλά στον ίδιο της τον εαυτό. Το πιστεύει ως κι η ίδια. Για να μην πούμε ότι σ' ετούτη την απροθυμία μερικών ανδρών, απέναντι στην καπότα, ενίοτε υφέρπει και μια μερική ανικανότητα ή άλλα στυτικά προβλήματα. Τι μας νοιάζει όμως εμάς, ωρέ; Ζμπουτσ'μας.

Νούμερο 3
«30% των γυναικών έχουν πρόβλημα να φτάσουν σε οργασμό»

Άμα το 30% έχει πρόβλημα σε κάτι, μήπως τελικά δεν είναι πρόβλημα κι απλά έτσι είναι; Όπως γράφω σε προηγούμενη ανάρτηση, ο γυναικείος (και ο αντρικός) οργασμός, ως αυτοσκοπός, είναι περισσότερο μια κοινωνική απαίτηση και μόδα, που υπονοεί άλλα, παρά ανάγκη καθαυτή. Βέβαια, ωριμάζοντας σε μια άρρωστη κοινωνία, η νευρο-φυσιολογία καταλήγει τόσο μπλεγμένη, που τελικά δεν αρνούμαι μια κάποια αναγκαιότητα. Αλλά αναγκαιότητα κατασκευασμένη. Μην το πάρουμε, δηλαδή, ότι η φοράδα στ' αλώνι έπαθε δυσκοιλιότητα - μια χαρά χέστηκε. Η ανθρώπινη ανοησία, από μια ολόκληρη πράξη, με αρχή μέση και τέλος, μια σωματική (φυσικά και ψυχική) σχέση με διάρκεια, έπιασε το σφύριγμα της λήξης και το 'κανε θρησκεία.

Τη δυσοργασμία - να την πω έτσι - ή ανοργασμικότητα, τις βαφτίζουμε μάλιστα «δυσλειτουργίες» και ψάχνουμε - χοχο, τι άλλο; - την κατάλληλη φαρμακευτική αγωγή, γιατί εσύ μπορεί να μη βλέπεις οργασμό, αλλά οι φαρμακο-βιομηχανίες χύνουν αβέρτα, απ' τη χαρά τους. Γιατί - επαναλαμβάνομαι - δεν έχουν όλοι οι άνθρωποι το ίδιο νευρικό σύστημα. Ο ένας τουρτουρίζει και κουκουλώνεται κι ο άλλος βγάζει το βρακί του, ο ένας σπάει ένα ποτήρι κι ανεβάζει σφυγμό διακόσα κι ο άλλος τρώει τοστάκι στο χαράκωμα, ένας κάνει σφράγισμα πονάει τρεις μέρες κι ο άλλος του κόβεται το δάχτυλο και το πάει μόνος του στα επείγοντα να του το ράψουν. Δεν είμαστε οι άνθρωποι ούνα φάτσα-ούνα ράτσα κι αν ο γυναικείος οργασμός φτάνει κάθε δέκα λεπτά ή περιμένεις στη στάση μία ώρα, εμείς μόνο σ' ένα φόβο οφείλουμε να απαντήσουμε: μην είναι ο κοινωνικός και οικογενειακός πουριτανισμός που 'χει κλειδώσει (αν όχι ευνουχίσει) την ελεύθερη χαρά του σώματος.

Μάλιστα - μπας και μείνει κανά ιατρικό ραντεβού κενό - το άρθρο επιστρατεύει ως και τον υποχονδριασμό, για να μας πείσει: πρόσεξε, λέει, γιατί άμα το 'χεις αυτό το κακό πράμα, το FSD, μπορεί να οφείλεται σε χίλια-δυο. Ετούτο, άμα δεν είναι υστερόβουλο, είναι τουλάχιστον ανόητο. Οι λογικές συνεπαγωγές δεν είναι απαραίτητα διπλής κυκλοφορίας και δε χρειάζεται να χρησιμοποιούμε επιχειρήματα εντυπωσιασμού, παίζοντας με την ψυχική ηρεμία του άλλου. Για παράδειγμα, ο θυρεοειδισμός επηρεάζει τη σεξουαλικότητα, αλλά αντίστροφα τα σεξουαλικά προβλήματα δεν οφείλονται στο θυρεοειδισμό, απαραίτητα. Με την ίδια λογική, όποιος την παίζει συχνά μπορεί να πάθει τενοντίτιδα, αλλά όποιος έχει τενοντίτιδα δε σημαίνει πως είναι μαλάκας. Πολλά πράγματα, άμα τα πιάσεις αντίστροφα, οι διαδρομές κι οι πιθανότητες γίνονται τόσο πολλές που, του κάκου, δε σε φτάνει μια ζωή να ψάχνεις. Γι' αυτό δεν έχει νόημα. Ν' ανησυχήσει, ωστόσο, κανείς αν έφτανε κάποτε σε οργασμό και τώρα δε φτάνει, αυτό ναι. Τέτοιες μεταλλαγές σε καταστάσεις, τις οποίες από νέοι ή νέες έχουμε συνηθίσει ως φυσιολογικές, ίσως ν' αποτελούν σημάδια προσοχής ή καμπανάκια. Αλλά τι είναι φυσιολογικό και τι δεν είναι, ε νισάφι, έχουμε κι εμείς λόγο στον εαυτό μας και στο σώμα μας κι οφείλουμε να 'μαστε ιδιαίτερα καχύποπτοι στο ποιος μιλάει και τι μας λέει, αν δε θέλουμε να είμαστε απλά πειραματόζωα για να 'χει ο άλλος θέμα στο συνέδριο.

Ένα πράγμα χρειάζεται να αναρωτιέται μια γυναίκα (κι ο καθένας): αν, δηλαδή, είναι ευτυχισμένη ή όχι. Κι αν δεν είναι, τότε ας αναζητήσει τις αιτίες. Αν όμως είναι, να μην αφήνει κανένα καραγκιόζη που θέλει να της πουλήσει φάρμακα ή φεμινισμό να πατάει με τις βρώμικες πατούσες του στο κεφάλι της.

Νούμερο 4
«Η εύρεση του σημείου G βελτιώνει τις πιθανότητες οργασμού»

Είχες, μωρή, σημείο G και στο χωριό σου;; Ως το 1950, μια χαρά πηδιώσαντε ο κόσμος, το σημείο G μας μάρανε. Άμα δεν ξέρεις τι σου φταίει, το σημείο G είναι το καλύτερο άλλοθι, για ν' αποποιηθείς την ευθύνη της ζωής σου. Δε σου φταίει ο μαλάκας σύντροφος, δε σου φταίει ο κομπλεξισμός του σώματός σου, δε σου φταίει ο ευνουχισμός της κοινωνίας, δε σου φταίει που σαν τα σκουλήκια κάθε φτέρνα, όπου μας έβρει μας πατεί, παρά σου φταίει που δεν έχεις βρει ακόμα το σημείο G και πλησιάζεις τα σαράντα. Άντε μη χέσω, με τη μαλακία. Τα χαμένα όνειρα της νοικοκυρούλας, που 'φαγε τα χρόνια της μπροστά στο νεροχύτη και πάνω από τη σιδερώστρα, στριμωγμένα σε συσκευασία μεσημεριανής εκπομπής και γύρω-γύρω μελαγχολική, μωβ κορδελίτσα. Άμα δεν το πιάνεις με τη μία, πόση θλίψη και μιζέρια αποπνέει ετούτη η ενασχόληση μ' ένα δήθεν διακοπτάκι ασύδοτης κάβλας, δεν έχω διάθεση να σου εξηγήσω άλλο εδώ.

Αντί για μυστηριώδη σημεία κι απόκρυφες αρλούμπες, ας ορθώσουμε τα κορμιά μας να γίνουν ολόκληρα σημεία-G. Ας ανοίξουμε τα φτερά μας ή τα πόδια μας (κατά πώς βολεύεται κανείς) κι ας απελευθερώσουμε τις καταπιεσμένες μας ορμές και τις επιθυμίες μας, να γαμηθούμε σαν τα ζώα ασύστολα και ξεδιάντροπα. Ν' αφήσουμε να εκφραστεί κάθε τετραγωνικό εκατοστό του σώματός μας, αντί μονάχα τα μουνιά και τα βυζιά μας: τα δάχτυλα, οι αγκώνες, τα πλευρά, τα λακάκια, οι μασχάλες, ο αφαλός, τα ρουθούνια, οι κωλοτρυπίδες, τα γόνατα, οι λαγόνες, οι γάμπες, οι αστράγαλοι, τα φρύδια, ο στερνο-κλειδο-μαστοειδής μυς του τραχήλου κι ό,τι άλλο γουστάρει κανείς. Άμα το σώμα ολάκερο ξυπνήσει, άμα το κορμί γίνει σύντροφος ηδονής κι αγάπης, αντι για εκπορνευμένο φετίχ, ελεύθερο από τη μούχλα και την αρρώστια, ούτε σημεία-G, ούτε μ' ολόκληρη αλφάβητο δε θα ιδρώνει το αυτί σου. Όλες αυτές τις μυξοκλάψες των Άρλεκιν θα τις έχεις γραμμένες, όπου τέλος πάντων, τα γραφεί καθείς, κάτα το φύλο του.

Νούμερο 5
«Οι οργασμοί γίνονται καλύτεροι με τα χρόνια»

Αντιθέτως με τους δικούς μου, που γίνονται αραιότεροι με τα χρόνια. Κι ωστόσο, εδώ ακριβώς θα συμφωνήσω και μάλιστα για τους λόγους, που αναφέρονται από το ίδιο το άρθρο. Μεγαλώνοντας, οι άνθρωποι μαθαίνουν ν' απελευθερώνουν, σιγά-σιγά, εκείνες ακριβώς τις αρετές και τους καρπούς με τα οποία τους προίκησε η φύση, μα τ' αφυδάτωσε και τ' απονέκρωσε η βρώμικη και φοβική κοινωνία των αστών. Κρίμα, παρ' όλα αυτά, για όλα εμάς τα εκατομμύρια πλάσματα, που περάσαμε την πιο χυμώδη κι αυθόρμητη ηλικία μέσα στη στέρηση και το κόμπλεξ, και μόνο πριν την ημερομηνία λήξης μαθαίνουμε να εκτιμούμε εκείνο, που πρόκειται σύντομα να χαθεί.

[ Ακολουθούν περισσότεροι οργασμοί, στο επόμενο μέρος ... ]