Friday, December 28, 2018

ERICH FROMM - Είναι η Αγάπη τέχνη;

Είναι η αγάπη τέχνη; Αν είναι, χρειάζεται γνώση και προσπάθεια. Ή μήπως η αγάπη είναι ένα ευχάριστο συναίσθημα που κατά σύμπτωση το γνωρίζει κανείς, το "συναντά" αν είναι τυχερός; Αυτό το μικρό βιβλίο βασίζεται στην πρώτη αντίληψη, ενώ αναμφισβήτητα η πλειοψηφία των ανθρώπων πιστεύουν στη δεύτερη.

Όχι πως οι άνθρωποι θεωρούν την αγάπη σαν κάτι ασήμαντο. Οι άνθρωποι διψούν γι' αγάπη. Παρακολουθούν αναρίθμητα κινηματογραφικά φιλμς που διηγούνται ευτυχισμένες ή αποτυχημένες ερωτικές ιστορίες. Ακούν εκατοντάδες ανόητα τραγούδια για την αγάπη. Παρόλα αυτά, σχεδόν κανείς τους δε σκέφτεται αν υπάρχει κάτι που πρέπει να μάθει σχετικά με την αγάπη. Αυτή η περίεργη αντίληψη, βασίζεται σε ορισμένες υποθέσεις που, ξεχωριστά ή συνδυασμένες, τείνουν να τη δικαιώσουν. Οι πιο πολλοί άνθρωποι βλέπουν το πρόβλημα της αγάπης προωταρχικά σαν πρόβλημα του πώς ν' αγαπηθούν, και όχι του πώς ν' αγαπήσουν, πώς ν' αναπτύξουν την ικανότητά τους γι' αγάπη. Δηλαδή, εκείνο που τους απασχολεί είναι πώς να τους αγαπήσουν οι άλλοι, πώς να γίνουν αξιαγάπητα πρόσωπα. Για να φτάσουν στο σκοπό αυτό ακολουθούν διάφορους τρόπους. Ένας τρόπος, αυτός που κυρίως ακολουθούν οι άντρες, είναι να πετύχουν, ν' αποκτήσουν όση δύναμη και πλούτο μπορούν, στο βαθμό που τους επιτρέπουν τα κοινωνικά περιθώρια της θέσης τους. Ο δεύτερος τρόπος, αυτός που ιδιαίτερα ακολουθείται από τις γυναίκες, είναι να γίνουν ελκυστικές, με τη φροντίδα για το σώμα και το ντύσιμο. Άλλοι τρόποι για να γίνει κανείς ελκυστικός, είτε άντρας είναι είτε γυναίκα, είναι η καλλιέργεια ωραίων τρόπων συμπεριφοράς, η ευχάριστη κι ενδιαφέρουσα ομιλία, η καλοσύνη, η μετριοφροσύνη, η πραότητα. Πολλές από τις μεθόδους που χρησιμοποιούμε για να γίνουμε αξιαγάπητοι είναι οι ίδιες μ' εκείνες που χρησιμοποιούμε για να πετύχουμε στη ζωή, "για ν' αποκτήσουμε φίλους κα να επηρεάζουμε ανθρώπους". Πραγματικά για τους περισσότερους ανθρώπους του πολιτισμού μας, το να είναι κανείς αξιαγάπητος σημαίνει βασικά να συνδυάζει τη δημοτικότητα με την ερωτική έλξη. 

Μια δεύτερη υπόθεση που κρύβεται πίσω απο τη σκέψη ότι δεν υπάρχει τίποτα που να μπορεί κανείς να μάθει σχετικά με την αγάπη, είναι ότι η αγάπη είναι πρόβλημα αντικειμένου κι όχι πρόβλημα ψυχικής ικανότητας. Οι άνθρωποι νομίζουν ότι η αγάπη είναι κάτι εύκολο και ότι το δύσκολο είναι να βρουν το κατάλληλο άτομο που θέλουν ν' αγαπήσουν ή από το οποίο ν' αγαπηθούν. Οι αιτίες της αντίληψης αυτής έχουν τις ρίζες τους στην εξέλιξη της σύγχρονης κοινωνίας. Μια αιτία είναι η μεγάλη αλλαγή που έφερε ο εικοστός αιώνας όσο αφορά την εκλογή του "ερωτικού αντικειμένου". Στη Βικτωριανή εποχή, όπως και σε πολλούς άλλους παραδοσιακούς πολιτισμούς, ο έρωτας δεν ήταν μια αυθόρμητη προσωπική εμπειρία που μπορούσε να οδηγήσει κατοπινά στο γάμο. Απεναντίας, ο γάμος συνάπτονταν συμβατικά είτε με τη μεσολάβηση ενός προξενητή, είτε με τη συνεννόσηση των ενδιαφερομένων οικογενειών, ή και χωρίς τη βοήθεια των μεσολαβητών. Οι κοινωνικές συμβάσεις ήταν το θεμέλιο αυτής της συμφωνίας. Έπαιρναν σαν δεδομένο ότι η αγάπη θα ερχόταν μετά τη σύναψη του γάμου. Στις τελευταίες γενιές, η αντίληψη της ρομαντικής αγάπης έγινε σχεδόν πάγκοινη στο δυτικό κόσμο. Στην Αμερική, ενώ δεν έλειψαν ακόμα ολοκληρωτικά οι συμβατικότητες, η μεγάλη πλειοψηφία των ανθρώπων γυρεύουν τη "ρομαντική αγάπη", την προσωπική εμπειρία της αγάπης η οποία θα έπρεπε κατόπι να οδηγήσει στο γάμο. Αυτή η νέα αντίληψη της ελευθερίας στην αγάπη μεγάλωσε τη σημασία του αντικειμένου σε βάρος της λειτουργίας.

Στενά συνδεδεμένο με τον παράγοντα αυτό, υπάρχει ένα ακομα χαρακτηριστικό γνώρισμα του σύγχρονου πολιτισμού. Ολόκληρος ο πολιτισμός μας βασίζεται στην επιθυμία ν' αγοράζουμε, στην ιδέα μιας αμοιβαία ωφέλιμης ανταλλαγής. Η ευτυχία του σύγχρονου ανθρώπου βρίσκεται στη συγκίνηση που του δίνει η θέα της βιτρίνας και η απόκτηση όλων των πραγμάτων που έχει τη δυνατότητα ν' αγοράσει τοις μετρητοίς ή με δόσεις. Ο άντρας και η γυναίκα βλέπουν τους άλλους ανθρώπους με παρόμοιο τρόπο. Για τον άντρα, μια ελκυστική νέα - και για τη νέα ένας ελκυστικός άντρας - είναι το βραβείο που προσπαθεί να κατακτήσει. Η λέξη "ελκυστικός / ή" συνήθως σημαίνει ένα ωραίο δέμα από προσόντα που έχουν ζήτηση και εκτίμηση στην αγορά της προσωπικότητας. Αυτό που κάνει ένα άτομο ελκυστικό εξαρτιέται από τη μόδα της εποχής, τόσο στο σωματικό όσο και στο πνευματικό επίπεδο. Στη διάρκεια της δεκαετίας 1920-1930 ελκυστική ήταν η νέα που έπινε και κάπνιζε, με σκληρούς τρόπους, αλλά και σέξι. Σήμερα η μόδα θέλει τα κορίτσια πιο σπιτικά και συνεσταλμένα (σ.τ.μ. το κείμενο έχει γραφτεί, τουλάχιστον 20-30 χρόνια πριν, ωστόσο με μια απλή αναγωγή στην εποχή μας διατηρεί το πνεύμα του αμετάλλαχτο). Στο τέλος του περασμένου αιώνα και στις αρχές του τωρινού, ο άντρας έπρεπε να είναι επιθετικός και φιλόδοξος - σήμερα οφείλει να είναι κοινωνικός και ανεκτικός - αν θέλει να θεωρείται ένα ελκυστικό δέμα. Εν πάση περιπτώσει, το ερωτικό συναίσθημα αναπτύσσεται σ' ένα άτομο συνήθως μόνο σε σχέση μ' εκείνα τα άτομα (ή ανθρώπινα προϊόντα) που βρίσκονται μέσα στα όρια των δυνατοτήτων του για ανταλλαγή. Ψάχνω για την ευκαιρία. Το αντικείμενο θα πρέπει να είναι επιθυμητό από την άποψη της κοινωνικής του αξίας και ταυτόχρονα να με θέλει αξιολογώντας τις φανερές και κρυφές αξίες και δυνατότητές μου. Δυο άτομα λοιπόν ερωτεύονται όταν νιώθουν ότι βρήκαν το καλύτερο διαθέσιμο αντικείμενο στην αγορά, παίρνοντας υπόψη τα όρια της δικής τους ανταλλακτικής αξίας. Συχνά, σ' αυτού του είδους το παζάρεμα, όπως και στο παζάρεμα για την αγορά ενός κτήματος, αξιόλογο ρόλο παίζουν οι κρυμμένες δυνατότητες που μπορούν ν' αξιοποιηθούν. Σ' ένα πολιτισμό όπου επικρατεί το εμπορικό πνεύμα και στον οποίο η υλική επιτυχία θεωρείται σαν η σπουδαιότερη αξία, δεν είναι καθόλου παράξενο που οι ερωτικές σχέσεις των ανθρώπων ακολουθούν το ίδιο υπόδειγμα ανταλλαγής που κυριαρχεί στη αγορά εμπορεύματος και εργασίας.

Η τρίτη πλάνη που οδηγεί στην αντίληψη ότι δεν υπάρχει τίποτα να μάθουμε για την αγάπη, βρίσκεται στη σύγχυση ανάμεσα στην αρχική εμπειρία του ερωτικού συναισθήματος και στη διάρκειά του, η όπως θα λέγαμε διαφορετικά, στο να είσαι μόνιμα ερωτευμένος. Αν δυο άνθρωποι άγνωστοι, ξένοι, όπως ξένοι έιμαστε όλοι ανάμεσά μας, παραμερίσουν το φράγμα που τους χωρίζει και νιώσουν κοντά ο ένας στον άλλο, και νιώσουν ένα, αυτή η στιγμή της συνένωσης είναι μια στιγμή υπέρτατης αγαλλίασης, η δυνατότερη ίσως εμπειρία της ζωής τους. Ακόμα πιο δυνατή και θαυματουργή είναι η εμπειρία αυτή για τους ανθρώπους εκείνους που ήταν κλεισμένοι, απομονωμένοι και ζούσαν χωρίς αγάπη. Αυτό το θαύμα της ξαφνικής εξοικείωσης συχνά διευκολύνεται αν αρχίσει ή συνδυαστεί με τη σεξουαλική έλξη και συνένωση. Ωστόσο, αυτή η μορφή της αγάπης είναι από την ίδια της τη φύση χωρίς διάρκεια. Τα δυο πρόσωπα γνωρίζονται όλο και περισσότερο, η οικείοτητά τους χάνει όλο και πιο πολύ το μυστηριακό της χαρακτήρα, ωσότου ο ανταγωνισμός τους, οι απογοητεύσεις τους και η αμοιβαία τους πλήξη σκοτώνει οτιδήποτε απέμεινε από την αρχική συγκίνηση. Ωστόσο, στην αρχή δεν ξέρουν τίποτε απ' όλ' αυτά. Πράγματι, παίρνουν την ένταση της αμοιβαίας λατρείας τους και της "τρέλας" που νιώθει ο ένας για τον άλλο σαν απόδειξη της μεγάλης τους αγάπης, ενώ αυτό ίσως αποδείχνει μόνο το βαθμό της προηγούμενης μοναξιάς τους και τίποτα παραπάνω.

Αυτή η αντίληψη - ότι τίποτα δεν είναι πιο εύκολο από το ν' αγαπάς - εξακολουθεί να είναι η πιο διαδομένη παρά την αφθονία των αποδείξεων για το αντίθετο. Σχεδόν καμιά προσπάθεια, κανένα έργο δεν αρχίζει με τόσο μεγάλες ελπίδες και προσδοκίες όπως αρχίζει η αγάπη, κι ωστόσο τίποτα δεν αποτυχαίνει τόσο συχνά όσο αυτή. Αν αυτό συνέβαινε με οποιαδήποτε άλλη δραστηριότητα, οι άνθρωποι θα ήταν περισσότερο πρόθυμοι να εξετάσουν τους λόγους της αποτυχίας αυτής και να μάθουν πώς θα μπορούσαν να ενεργήσουν καλύτερα. Ή θα εγκατέλειπαν τη δραστηριότητα αυτή. Και αφού, στην περίπτωση της αγάπης, αυτό είναι αδύνατο, μόνο ένας δρόμος υπάρχει για το ξεπέρασμα της αποτυχίας αυτής: να εξετάσουμε τους λόγους της αποτυχίας αυτής και να προχωρήσουμε στην έρευνα της σημασίας της αγάπης. 

Το πρώτο βήμα είναι να καταλάβουμε ότι η αγάπη είναι μια τέχνη, ακριβώς όπως μια τέχνη είναι και η ίδια η ζωή. Αν θέλουμε να μάθουμε πώς ν' αγαπάμε, πρέπει να προχωρήσουμε με τον ίδιο τρόπο που προχωρούμε όταν θέλουμε να μάθουμε μια οποιαδήποτε άλλη τέχνη, π.χ. μουσική, ζωγραφική, ξυλουργική ή την επιστήμη της ιατρικής και της μηχανικής.

Ποια είναι τα απαραίτητα στάδια στην εκμάθηση μιας οποιαδήποτε τέχνης;

Η διαδικασία της εκμάθησης μιας τέχνης μπορεί απλά να διαιρεθεί σε δυο μέρη: Το πρώτο είναι η εκμάθηση της θεωρίας και το δεύτερο η εκμάθηση της πρακτικής. Αν θέλω να μάθω την επιστήμη της ιατρικής, πρέπει πρωτ' απ' όλα να μάθω τα βασικά στοιχεία για το ανθρώπινο σώμα και για τις διάφορες αρρώστιες. Αλλά κι όταν αποκτήσω όλη αυτή τη γνώση, πάλι δε θα είμαι ικανός στην τέχνη της ιατρικής. Μόνο έπειτα από μακριά πρακτική εξάσκηση θα είμαι κύριος της τέχνης. Μόνο όταν η θεωρητική γνώση και η πείρα της πρακτικής θα έχουν συγχωνευτεί σ' ένα πράγμα - στη διαίσθησή μου, που αποτελεί την ουσία της κατοχής μιας τέχνης. Αλλ' εκτός από την γνώση της θεωρίας και της πρακτικής, ένας τρίτος παράγοντας είναι αναγκαίος για την κατάκτηση κάθε τέχνης - η υπέρτατη σημασία που δίνουμε στην τέχνη αυτή.

Τίποτ' άλλο στον κόσμο δεν πρέπει να είναι πιο σημαντικό από την τέχνη που μας ενδιαφέρει. Αυτό ισχύει για τη μουσική, την ιατρική, την ξυλουργική - και για την αγάπη. Κι ίσως εδώ να βρίσκεται η απάντηση στο ερώτημα: γιατί οι άνθρωποι του πολιτισμού μας προσπαθούν τόσο σπάνια να μάθουν αυτή την τέχνη στο πείσμα των ολοφάνερων αποτυχιών τους; Παρόλο που η λαχτάρα γι' αγάπη είναι τόσο βαθιά ριζωμένη, σχεδόν όλα τ' άλλα φαίνονται να είναι πιο σημαντικά από την αγάπη: επιτυχία, γόητρο, χρήματα, δύναμη. Όλη μας σχεδόν η ενεργητικότητα χρησιμοποιείται για να μάθουμε πώς να πετύχουμε σ' αυτούς τους σκοπούς. Και σχεδόν καθόλου για να μάθουμε την τέχνη της αγάπης.

No comments:

Post a Comment